ΕΚΠΟΜΠΗ 19 05 2016
Σελίδα 1 από 1
ΕΚΠΟΜΠΗ 19 05 2016
υπογράφοντες.
Όταν ήμουν παιδί κατανοούσα την ομοφυλοφιλία ως μια μορφή ανυπακοής… σεξουαλικής ανυπακοής… που εκτεινόταν έξω από τις νόρμες και μια μορφή αναγνώρισης πέραν της καθιερωμένης κατηγορίας που στην ουσία εξυπηρετούσε μια κεντρική μορφή εξουσίας. Λίγο καιρό πριν αντέδρασα όταν ψηφίστηκε το σύμφωνο. Δεν αντέδρασα για αυτό που είναι το σύμφωνο αλλά γι αυτό που παρατηρώ τα τελευταία χρόνια στους ομοφυλόφιλους. Μια εξαιρετική πειθαρχία στους κώδικες που χρειάζεται να ακολουθήσουν για να ενταχθούν στην μεγάλη οικογένεια των ομοφυλόφιλων που χειρίζονται πλέον ως κεντρική εξουσία αρκετούς χώρους… Εδώ και καιρό εξεγείρομαι με τα μοτίβα και τις άπειρες νόρμες που έχουν δημιουργήσει πολλοί άγγλοθρεμμένοι κιόλας με κριτήριο την αποδοχή από τον κύκλο.
Όχι πλέον απειθαρχία. Μάλιστα στις συνεργασίες μου μαζί τους συχνά τους ενδιαφέρει να ακολουθείτε τοσο πιστά ορθόδοξα ένα πρωτόκολλο κα μάλιστα συχνά αγγλοφανές που αδυνατώ να συνεχίσω την συνεργασία… μιας και για μένα πρωταρχικός όρος παραμένει η απειθαρχία που αναγνωρίζω στην νεότητα. Αυτό συναντώ πολύ συχνά ακόμα και σε προωθημένους κύκλους τέχνης καθώς ακόμ και σε ομάδες καταστασιακών αντιλήψεων ή και αναρχικών. Αδυνατώ να συναντήσω την απειθαρχία σε επιβεβλημένους κανόνες και όρους. Μια απειθαρχία ενάρετη καθαρή ουράνια.
Καταρχάς και μόνο η έννοια πως στα δύο φύλλα προσθέτουμε ένα τρίτο μου φαίνεται εξαιρετικά και συντηρητικά λίγο όταν αναπτύσσουμε και μια ηθική υπεράσπισης αυτού έχουμε ήδη αδικήσει το τέταρτο.
Κατερίνα Αθανασίου
Κάποια από τα θέματα που θίγει και διαρρηγνύει η Μπάτλερ καθώς και στο βιβλίο της Σώματα με σημασία είναι
- Μέσα από ποιους κοινωνικούς περιορισμούς υλοποιούνται τα σώματα ως έμφυλα;
- Πως μπορούμε να κατανοήσουμε την "υλικότητα" του φύλου και του σώματος ως τη βίαιη περιχαράκωση του πολιτισμικά διανοητού;
- Πως τέτοιοι περιορισμοί δεν παράγουν μόνον την επικράτεια των διανοητών σωμάτων, αλλά επίσης παράγουν μια επικράτεια σωμάτων που είναι αδιανόητα και αβίωτα;
- Πως μπορούμε να κατανοήσουμε την τελετουργική επανάληψη με την οποία οι έμφυλες νόρμες συγκροτούν όχι μόνον τις συνεπαγωγές του κοινωνικού φύλου αλλά και την υλικότητα του βιολογικού φύλου;
- Μπορεί τούτη η επαναλαμβανόμενη άρθρωση να συνιστά την αφορμή για κριτική επανεπεξεργασία της έμφυλης κανονικότητας εκ μέρους των υποκειμένων;
Στη θέση των θεωρήσεων που τείνουν να εκλαμβάνουν ως δεδομένη και αυτόδηλη την υλικότητα του φύλου, η Judith Butler αντιπροτείνει τη διερεύνηση των κοινωνικών, πολιτισμικών και ιστορικών διαδικασιών που οριοθετούν την εμβέλεια της υλικότητας που περι-ορίζουν τα σώματα που έχουν σημασία, δηλαδή σημαίνουσα υλικότητα. Σ' αυτό το πλαίσιο, το φύλο θεωρητικοποιείται ως ένα ρυθμιστικό ιδεώδες από την υλοποίηση του οποίου εξαρτάται η κοινωνική αναγνωρισιμότητα και βιωσιμότητα του υποκειμένου.
Στο βιβλίο αυτό, η Butler μας προσκαλεί να στοχαστούμε την ύλη των σωμάτων με όρους κοινωνικής υλοποίησης: μιας υλοποίησης που κυβερνάται από τις ρυθμιστικές μυθοπλασίες και τις εξιδανικευμένες νόρμες εκείνου που λογίζεται ως βιώσιμο σώμα. Η πρόκληση αυτού του εγχειρήματος είναι η ριζική αναδιάρθρωση της συμβολικής ηγεμονίας που κάνει κάποιους τρόπους διαβίωσης να λογαριάζονται ως «ζωή» και κάποια σώματα να πιστοποιούνται ως «σώματα με σημασία». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Παραθέτουμε παρακάτω μετάφρασή μας του άρθρου A French Spring του περιοδικού Jacobin, που δημοσιεύτηκε στις 28/4/2016. Παρότι δεν συμφωνούμε με διάφορες από τις απόψεις του αρθρογράφου (πχ τη στήριξή του στα συνδικάτα) κρίνουμε ότι δίνει μια καλή εικόνα για την πολιτική κατάσταση που επικρατεί στη Γαλλία.
Ένα νέο κίνημα ενάντια στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας σχηματίζεται στη Γαλλία.
Από τον Φεβρουάριο, όταν η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS) του Φρανσουά Ολλάντ και του Μανουέλ Βαλλς ανακοίνωσε μια
προτεινόμενη μεταρρύθμιση του γαλλικού εργασιακού κώδικα (code du travail), ένα κύμα διαδηλώσεων σάρωσε τη χώρα. Στις 9 Μαρτίου, 500.000 άνθρωποι συμμετείχαν σε μια εθνική ημέρα δράσης• ακόμη 1,2 εκατομμύρια συμμετείχαν στις συνδικαλιστικές διαδηλώσεις τις 31 Μαρτίου• και στις 9 Απριλίου, δεκάδες χιλιάδες περισσότεροι διαδήλωσαν στο Παρίσι κι άλλες γαλλικές πόλες ενάντια στο νομοσχέδιο.
Μια από τις πιο εντυπωσιακές πτυχές του νέου κινήματος είναι ο απόλυτος αριθμός των πόλεων όπου οργανώθηκαν διαδηλώσεις: περισσότερες από 250 μόλις στις 31 Μαρτίου. Εκείνη την ημέρα, η κακοκαιρία μείωσε την προσέλευση στη γαλλική πρωτεύουσα. Αλλά παρόλη τη βροχή, εκατοντάδες διαδηλωτών συγκεντρώθηκαν το βράδυ στην Πλατεία Δημοκρατίας στο Παρίσι, στην πρώτη από τις «Nuit Debout [Ολονυχτία]» καταλήψεις [πλατειών].
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, διαμαρτυρίες τύπου Nuit Debout άρχισαν να ξεπηδάνε σε όλη τη Γαλλία. Δεκάδες χιλιάδες συρρεύσαν στην Πλατεία Δημοκρατίας για να συμμετάσχουν στις βραδινές μαζικές συναντήσεις.
Η κατάληψη πόλωσε τη γαλλική πολιτική γνώμη.
Ο συντηρητικός φιλόσοφος Alain Finkielkraut αποκήρρυξε τους διαδηλωτές της Nuit Debout ως «φασίστες», αφότου προσβλήθηκε φωναχτά όταν προσπάθησε να υπεσέλθει σε μια από τις συναντήσεις. Το Εθνικό Μέτωπο (FN) της Μαρίν Λε Πεν εξέδωσε μια ανακοίνωση απαιτώντας την καταστολή του κινήματος, αποκαλώντας το μια «πηγή βίας κι αποσύνθεσης».
Και μόλις αυτή την εβδομάδα, ο τέως πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί έδωσε μια ομιλία στην οποία επιτέθηκε στους διαδηλωτές αποκαλώντας τους «εγκεφαλικά νεκρούς» και χαρακτηρίζοντάς τους «κακοποιούς». Ο Σαρκοζί, που δεν υπήρξε ποτέ απ’ αυτούς που μασούσαν τα λόγια τους, συνέκρινε την κατάληψη της Πλατείας Δημοκρατίας με μια «καιόμενη πυρά η οποία υπονομεύει την εξουσία του κράτους».
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο αυξημένης καταστολής κι αστυνομικής βίας.
http://typofreneia.blogspot.com/2016/05/blog-post_12.html
Αντιστρέφοντας την ιεραρχία
Το διακύβευμα αυτής της μάχης είναι υψηλό. Η κυβερνητική πρόταση (γνωστή ως νόμος Ελ Κομρί, από το όνομα της υπουργού εργασίας Μιριάμ Ελ Κομρί) θα αναθεωρήσει μεγάλο κομμάτι του γαλλικού εργασιακού κώδικα.
Για παράδειγμα, θα τροποποιήσει τους κανόνες περί εργάσιμου χρόνου δίνοντας στις επιχειρήσεις μεγαλύτερη ελαστικότητα στον να υπερβαίνουν το νομικό όριο του εργάσιμου χρόνου των υπαλλήλων τους. Επί του παρόντος, η θεσπισμένη 35ωρη εργάσιμη εβδομάδα στη Γαλλία επιτρέπει, με τις υπερωρίες, η εργάσιμη ημέρα να φτάνει έως και τις 10 ώρες, με την εργάσιμη εβδομάδα να φτάνει τις 48, για τους πλήρως απασχολούμενους. Η κυβερνητική πρόταση θα αυξήσει τη νόμιμη εργάσιμη ημέρα στο 12ωρο, «σε περίπτωση αυξημένης δραστηριότητας ή για λόγους σχετιζόμενους με την οργάνωση της επιχείρησης».
Ο νόμος Ελ Κομρί θα επιτρέψει επίσης στο υπουργείο εργασίας να αυξάνει προσωρινά το όριο της εργάσιμης εβδομάδας έως και το 60ωρο αν «εξαιρετικές περιπτώσεις» το απαιτούν. Εν τω μεταξύ, η νομοθεσία θα μειώσει σημαντικά το μπόνους που καταβάλεται στους εργάτες που δουλεύουν περισσότερες από 35 ώρες την εβδομάδα.
Ίσης σημασίας είναι οι διατάξεις του νόμου που θα μειώσουν το όριο των νόμιμων αποζημιώσεων για «καταχρηστικές απολύσεις». Στη Γαλλία, οι εργάτες που χάνουν τη δουλειά τους χωρίς «δικαιολογημένη αιτία» δικαιούνται να διεκδικήσουν αποζημίωση μέσω των εργασιακών δικαστηρίων. Αυτό σημαίνει ότι αν απολυθείς επειδή η εταιρεία σου δεν βγάζει χρήματα, ο εργοδότης πρέπει να σου καταβάλει μια αποζημίωση ανάλογη με τη διάρκεια που σε απασχολούσε.
Ο νόμος Ελ Κομρί θα μειώσει το νόμιμο όριο των αποζημιώσεων ώστε, για παράδειγμα, ένας εργάτης με 20 χρόνια απασχόλησης στον εργοδότη θα καταλήξει να πάρει αποζημίωση ίση με την αξία μόνο 12 μισθών.
Η πρόταση επίσης θ’ αλλάξει τους κανονισμούς για τις απολύσεις, κάνοντας ευκολότερες για τις επιχειρήσεις τις απολύσεις υπαλλήλων για οικονομικούς λόγους. Η γαλλική νομοθεσία απαιτεί ότι οι επιχειρήσεις που θέλουν να απολύσουν υπαλλήλους χωρίς αιτία πρέπει να παρέχουν μια έγκυρη αιτιολόγηση – με το νόμο Ελ Κομρί, ο ισχυρισμός ότι αποτελεί οικονομική αναγκαιότητα θα είναι αρκετός.
Ίσως το πιο αμφιλεγόμενο, η πρόταση θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να διαπραγματεύονται «επιθετικές συμβάσεις» σε εταιρικό επίπεδο. Αυτές οι συμβάσεις θα επιτρέπονται να υποτιμούν τα υπάρχοντα επίπεδα του ωρομίσθιου, του εργάσιμου χρόνου κι άλλων πτυχών της σύμβασης εργασίας. Στο παρελθόν, οι επιχειρήσεις που ήθελαν να διαπραγματευτούν αυτού του είδους τις επιχειρησιακές συμβάσεις έπρεπε να αποδείξουν ότι ήταν αναγκαίες για την αποτροπή χρεωκοπίας ή απολύσεων.
Τώρα, οι επιχειρήσεις που θέλουν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους ή να εισέλθουν σε νέες αγορές θα μπορούν να απαιτούν παραχωρήσεις από τους εργάτες τους, ακόμη κι αν αυτές οι παραχωρήσεις παραβιάζουν τους όρους των αναγνωρισμένων συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή των υπάρχοντων εργασιακών νόμων. Περαιτέρω, το νομοσχέδιο θα κάνει ευκολότερο για τις επιχειρήσεις το να διαπραγαματευόνται συμβάσεις με εκπροσώπους των εργαζομένων, αρκεί να στηρίζονται από το 30% του εργατικού δυναμικού.
Συλλογικά, αυτές οι αλλαγές θα επιφέρουν πολλά οφέλη στους εργοδότες.
Από την οπτική της επιχειρηματικότητας, το γαλλικό εργατικό δίκαιο είναι γεμάτο με «άκαμπτους» νομικούς περιορισμούς και δαπανηρές ρυθμιστικές απαιτήσεις: από τους νόμους περί απολύσεων κι εργάσιμου χρόνου έως τον υψηλό κατώτατο μισθό, οι επιχειρήσεις βλέπουν τον εργασιακό κώδικα ως ένα ανυπόφορο βάρος. Ο νόμος Ελ Κομρί θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς την ανακούφιση απ’ αυτό το βάρος.
Αυτό δεν σημαίνει ότι στις επιχειρήσεις αρέσει το σύνολο της κυβερνητικής πρότασης, ιδιαιτέρως όπως έχει αναθεωρηθεί από την αρχική ανακοίνωση της πρότασης. Οι πιο πρόσφατες εκδοχές της πρότασης ενσωμάτωσαν έναν αριθμό παραχωρήσεων προς τους αντίπαλους των μέτρων.
Για παράδειγμα, για να καθησυχάσει τους επικριτές, η δεύτερη εκδοχή του νομοσχεδίου περιελάμβανε μια φορολόγηση στις προσωρινές συμβάσεις εργασίας. Αυτή η διάταξη, που προσβλέπει στην αποθάρρυνση της υπερβολικής στήριξης σε βραχυπρόθεσμους απασχολούμενους εις βάρος των πλήρων απασχολούμενων, επέστησε την οργή του κύριου γαλλικού επιχειρηματικού λόμπι, της Κίνησης των Επιχειρήσεων της Γαλλίας (MEDEF).
Η MEDEF τώρα απαιτεί απ’ την κυβέρνηση να επιστρέψει στην αρχική της πρόταση. Έχει απειλήσει να αρνηθεί τη συνεργασία επί των προτεινόμενων αλλαγών του γαλλικού συστήματος ανεργίας αν ο Ολλάντ δεν ικανοποιήσει τα αιτήματά της, όπως φαίνεται πιθανό.
Η στάση της MEDEF προς την εργασιακή νομοθεσία αντικατοπτρίζει τη σκληρή στάση των εκπροσώπων των εργοδοτών στη Γαλλία – οι οποίοι, σ’ αυτό το σημείο, δεν θέλουν να εγκαταλείψουν κανένα απ’ τα αιτήματά τους. Αν η συντηρητική αντιπολίτευση προς το νομοσχέδιο ήταν αρκετά ισχυρή, η κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να καταφύγει σε έκτακτες διαδικασίες για να περάσει το νομοσχέδιο στο κοινοβούλιο.
Αυτό θα αποτελούσε ένα πλήγμα για την κυβέρνηση. Αλλά δεν θ’ άλλαζε το γεγονός ότι το νομοσχέδιο αποτελεί, αδιαμφισβήτητα, μια νίκη της επιχειρηματικής αντίδρασης προς τον εργασιακό κώδικα.
Για την εργασία, ο νόμος Ελ Κομρί θα αποτελέσει καταστροφή: αν περαστεί, τα μέτρα θα καταστρέψουν κοινωνικά οφέλη που επιτεύχθηκαν με δεκαετίες σκληρών αγώνων. Θα υπονομεύσει την εργασιακή σταθερότητα, θα ενθαρρύνει παραχωρήσεις σε μισθούς κι εργασιακές συνθήκες, και θα κάνει τη θεσπισμένη 35ωρη εργάσιμη εβδομάδα πρακτικά ανούσια.
Το χείριστο όλων, το νομοσχέδιο θα ξεκοιλιάσει τον εργασιακό κώδικα, επιτρέποντας στους εργοδότες να παρακάμπτουν τις θεσπισμένες ρυθμίσεις μέσω συμβάσεων επιχειρησιακού επιπέδου. Για τις γαλλικές εργατικές οργανώσεις, αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της πρότασης. Όπως ο Phillipe Martinez, πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών (CGT, η ηγετική εργατική ομοσπονδία της Γαλλίας) σημειώνει, «η κύρια αρχή της αντίθεσής μας σ’ αυτό τον νόμο είναι ότι επιτρέπει στην κάθε επιχείρηση να έχει τον δικό της εργασιακό κώδικα».
Με αυτό τον τρόπο, η Ελ Κομρί θα αντιστρέψει την «ιεραρχία των κανόνων» της γαλλικής αγοράς εργασίας. Παραδοσιακά, οι κανονισμοί για την απασχόληση προέρχονταν από τον εργασιακό κώδικα: το εργατικό δίκαιο έθετε ένα πλαίσιο για της συμβάσεις απασχόλησης, οι οποίες ρυθμίζονταν περαιτέρω από συλλογικές συμβάσεις διαπραγματευόμενες σε κλαδικό επίπεδο.
Τώρα, αυτή η ιεραρχία θα αντιστραφεί: οι επιχειρησιακές συμβάσεις, συμφωνημένες με εργάτες που μπορεί να εκπροσωπούνται, ή και όχι, από ένα συνδικάτο, θα γίνουν το κεντρικό έδαφος της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Η αποκεντρωμένη διαπραγμάτευση θα κυριαρχεί επί των νόμιμων κανονισμών και κλαδικών διαπραγματεύσεων. Το νομοσχέδιο έτσι θα επιτρέψει μια διαρκή επίθεση στα πρότυπα απασχόλησης που είναι καθιερωμένα από τον εργασιακό κώδικα.
Οικονομική και κοινωνική έκτακτη ανάγκη
Αν η γαλλική αριστερά ήταν ισχυρότερη, αυτού του είδους οι προτάσεις θα χρησιμοποιούνταν ως η βάση μιας ριζοσπαστικής πολιτικής [policy] ατζέντας. Σήμερα, ωστόσο, είναι πολύ ανίσχυρη για να επιδιώξει στα σοβαρά ένα τέτοιο πρόγραμμα. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, ενώ τα ποσοστά αποδοχής του Ολλάντ κατακρημνίζονται, η γαλλική ριζοσπαστική αριστερά έχει αποδυναμωθεί και κατακερματιστεί.
Ενώ μόλις πριν μια δεκαετία ήταν ικανή να ηγηθεί πραγματικών αγώνων (όπως η επιτυχημένη εκστρατεία ενάντια στη Συνθήκη για τη Θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης το 2005), η επιρροή της σήμερα είναι περισσότερο περιορισμένη, κι η βάση ακτιβιστών της μικρότερη. Τα τελευταία χρόνια, οι οργανώσεις της Αριστεράς έχουν βυθιστεί στη στασιμότητα, στιγματισμένη από περιόδους εσωτερικών κρίσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ακροδεξιό FN έχει κατορθώσει να εδραιωθεί ως η μόνη βιώσιμη εναλλακτική έναντι των κομμάτων του κατεστημένου. Το FN ελκύει τους ψηφοφόρους μέσω των ρατσιστικών του επιθέσεων σε μετανάστες, μουσουλμάνους κλπ, αλλά επίσης και μέσω της αποκήρυξης των κοσμοπολίτικων ελίτ, της οικονομικής «παγκοσμιοποίησης» και του καπιταλισμού χωρίς περιορισμούς. Υπόσχεται να προστατεύσει τους Γάλλους εργάτες από τον διπλό κίνδυνο της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης και της οικονομικής απορρύθμισης.
Η πρόσφατη ιστορία της Γαλλίας προσφέρει πληθώρα προηγούμενων παρατεταμένων αγώνων ενάντια στα μέτρα λιτότητας.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, οι γαλλικές κυβερνήσεις έχουν δει επανειλημμένως τις μεταρρυθμιστικές τους προσπάθειες να ηττούνται από εκρηκτικές κοινωνικές διαμαρτυρίες: για παράδειγμα, στο απεργιακό κύμα του δημόσιου τομέα τον Δεκέμβριο του 1995, όταν το μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο του ασφαλιστικού συστήματος της διαχείρισης Ζιπέ πυροδότησε εβδομάδες διαδηλώσεων και στάσεων εργασίας, οι οποίες τελικά υποχρέωσαν τον Ζιπέ να αποσύρει τα μέτρα. Πιο πρόσφατα, οι διαμαρτυρίες, ηγούμενες από φοιτητές, ενάντια στη νεοφιλελεύθερη Σύμβαση Πρώτης Απασχόλησης το φθινόπωρο του 2006 οδήγησε μια ακόμη συντηρητική κυβέρνηση να πάρει πίσω την πρόταση.
Το 2010, ένα ακόμη μεγαλύτερο κίνημα αναπτύχθηκε σε απάντηση μιας άλλης μεταρρύθμισης του συστήματος συνταξιοδότησης, η οποία προτάθηκε από τον τότε πρόεδρο Σαρκοζί. Ωστόσο, τελικά απέτυχε να σταματήσει αυτό το νομοσχέδιο: παρόλες τις απεργίες και τις διαδηλώσεις στις οποίες ενεπλάκησαν εκατομμύρια άνθρωποι, ο Σαρκοζί αρνήθηκε να υποχωρήσει από την πρότασή του, και τα μέτρα εν τέλει πέρασαν.
Αυτή η ήττα αποτέλεσε σημαντικό πλήγμα στη γαλλική αριστερά – μια υποχώρηση απ’ την οποία ακόμη δεν έχει επανέλθει πλήρως.
Ο αγώνας σχετικά με την κυβερνητικά προτεινόμενη μεταρρύθμιση της εργασιακής νομοθεσίας φαίνεται να προσφέρει μια ευκαιρία για την αντιστροφή της ύφεσης της Αριστεράς. Αλλά αυτό το κίνημα αντιμετωπίζει επίσης μια σειρά από σημαντικές προκλήσεις.
Μια εξ αυτών είναι η έλλειψη μιας οποιασδήποτε κοινωνικής δύναμης που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως κινητήρας για τον αγώνα ενάντια στην εργασιακή νομοθεσία: για παράδειγμα, το 1995 στις απεργίες του δημόσιου τομέα ενάντια στην μεταρρύθμιση Ζιπέ, οι εργάτες των σιδηρόδρομων αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος. το 2006, ήταν το φοιτητικό κίνημα αυτό που ώθησε τον αγώνα προς τα εμπρός. και το 2010, οι απεργοί εργάτες των διυλιστήριων οι οποίοι πάγωσαν για λίγο τη διανομή πετρελαίου στα πρατήρια βενζίνης σε όλη τη χώρα.
Σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο ποιος θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο. Δεν υπάρχει κάποια εμφανής κοινωνική δύναμη με την ικανότητα να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος ενός κινήματος όπως αυτό. Οι λαϊκές οργανώσεις είναι αδύναμες, κι ύστερα από χρόνια οικονομικής αναδιάρθρωσης και μείωσης της συνδικαλιστικής πυκνότητας, η εργασία έχει χάσει μεγάλο μέρος της ικανότητάς της να κινητοποιεί κόσμο στους χώρους εργασίας ενάντια στη διοίκηση.
Αυτή η ύφεση επιδεινώνεται από την αναπτυσσόμενη διάσπαση στην καρδιά του εργατικού κινήματος, ανάμεσα στα πιο μετριοπαθή «ρεφορμιστικά» συνδικάτα, ηγούμενα από τη Γαλλική Δημοκρατική Συνομοσπονδία Εργασίας (CFDT, η δεύτερη συνδικαλιστική συνομοσπονδία της Γαλλίας), και τις πιο μαχητικές ομοσπονδίες, ηγούμενες από τη CGT.
Από την εκλογή του Ολλάντ, η CFDT έχει παραμείνει στενός σύμμαχος της διαχείρισής του, κι έχει υπογράψει με συνέπεια τις περισσότερο επίμαχες μεταρρυθμιστικές του προτάσεις. Αυτό έχει επιτρέψει στον Ολλάντ να παρουσιάσει τις μεταρρυθμίσεις του ως θριάμβους του «κοινωνικού διαλόγου» και της ταξικής συνεργασίας.
Η CGT από την άλλη, έχει υπάρξει ένας ηχηρός επικριτής των κυβερνητικών προσπαθειών μεταρρύθμισης. Σήμερα, η CGT παραμένει η μεγαλύτερη και περισσότερο εμφανής δύναμη της ριζοσπαστικής αριστεράς στη Γαλλία. Αντιτίθεται σθεναρά στο εργασιακό νομοσχέδιο. Από τον Φεβρουάριο, ο πρόεδρος της CGT, Phillipe Martinez, έχει επιμείνει ότι το συνδικάτο του δεν θα αποδεχτεί τίποτα λιγότερο από μια «απόσυρση του κειμένου».
Την ίδια στιγμή, η CGT έχει προτείνει μια «συνδικαλιστική σύγκλιση» για το μπλοκάρισμα του εργασιακού νομοσχεδίου – μια πρόταση στοχευμένη κυρίως προς τη CFDT. Αλλά ύστερα από την αρχική του απόρριψη του νομοσχεδίου, ο πρόεδρος της CFDT, Laurent Berger, άλλαξε στάση και δήλωσε ότι η δεύτερη εκδοχή του νομοσχεδίου αποτελεί «ενδεχομένως» ένα βήμα προς την «πρόοδο για τη νεολαία και τους απασχολούμενους».
Η άρνηση της CFDT να συμμετάσχει στον αγώνα σημαίνει ότι η οργανωμένη εργασία δεν θα μπορέσει να παρουσιάσει ένα ενωμένο πρόσωπο απέναντι στην κυβέρνηση.Αναπόφευκτα, αυτό θα οδηγήσει σε ερωτήματα σχετικά με το εάν η μαχητική πτέρυγα του εργατικού κινήματος μπορεί να διεξάγει μόνη της μια πραγματική μάχη – κάτι που η CGT δεν είχε μπορέσει να κάνει στο παρελθόν όταν είχε απομονωθεί στην αντίρρησή της στις συνεχείς μεταρρυθμίσεις.
Αυτό υπήρξε ένα από τα κεντρικά σημεία συζήτησης στο εθνικό συνέδριο της CGT την περασμένη εβδομάδα. Οι χίλιοι αντιπρόσωποι που μαζεύτηκαν στην Μασσαλία ήταν απογοητευμένοι από την ανικανότητα της συνομοσπονδίας να θέσει εμπρός μια ξεκάθαρη στρατηγική για την ματαίωση του εργασιακού νομοσχεδίου.
Πολλοί εξ αυτών ήθελαν το συνδικάτο να καλέσει σε μια γενική απεργία διαρκείας. Η ηγεσία της συνομοσπονδίας πρότεινε να βγάλει ένα πιο περιορισμένο κάλεσμα για συναντήσεις στους χώρους εργασίας για τη συζήτηση των επόμενων βημάτων του αγώνα.
Ο Martinez αμφισβήτησε το κατά πόσον μπορούσε η ομοσπονδία να ανταπεξέλθει σε ένα κάλεσμα για γενική απεργία, λέγοντας στους αντιπροσώπους «να ενισχυθεί κάθε κοινωνικό κίνημα, θέτοντας το ζήτημα της γενικής απεργίας… Όλοι συμφωνούν σ’ αυτό… Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, η γενική απεργία δεν θα αποφασιστεί στο Μοντρέιγ [όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της CGT]».
Τελικά, οι αντιπρόσωποι ψήφισαν να βγάλουν ένα συμβιβαστικό κείμενο, καλώντας σε συμμετοχή στη σημερινή ημέρα δράσης, καθώς και σε μαζικές συζητήσεις σε κάθε χώρο εργασίας για να αποφασιστεί η καλύτερο μέθοδος για την εμβάθυνση του αγώνα – και, ενδεχομένως, να εξεταστεί μια παρατεταμένη απεργιακή δραστηριότητα για να υποχρεώσουν την απόσυρση του νομοσχεδίου.
Σημείο καμπής
Δεν είναι ξεκάθαρο το αν θα προκύψει κάτι από αυτό το κάλεσμα. Η σημερινή προσέλευση [στην ημέρα δράσης] αποτελεί ένα σημαντικό τεστ: αν οι διαμαρτυρίες είναι αρκετά μεγάλες για να γίνουν ορατές στο κοινό, θα είναι ένα δείγμα ότι το κίνημα είναι ισχυρό. Μια μικρή προσέλευση, ωστόσο, θα οδηγήσει πολλούς στο συμπέρασμα ότι ο αγώνας ενάντια στο εργασιακό νομοσχέδιο εκτονώθηκε.
Οι ερχόμενες εβδομάδες είναι καθοριστικές. Αν η κυβέρνηση σταθεί ικανή να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις της σχετικά εύκολα, θα συμπιέσει τις ελπίδες για μια αναβίωση της αριστεράς. Μια τέτοια ήττα θα ενισχύσει την πεποίθηση ότι τα μαζικά κοινωνικά κινήματα -σαν αυτά που ξέσπασαν επανειλλημένως μεταξύ του 1995 και 2010- δεν μπορούν πλέον να επιβραδύνουν την παλίρροια της φιλελευθεροποίησης. Ο μεγαλύτερος ευεργετούμενος θα είναι πιθανόν το FN, του οποίου ο ισχυρισμός ότι είναι η μόνη εναλλακτική έναντι των κομμάτων του κατεστημένου θα φανεί να επιβεβαιώνεται.
Από την άλλη, το κίνημα έχει μια σειρά πραγμάτων που του βαίνουν καλώς. Η κυβέρνηση δεν βρίσκεται σε μια ισχυρή πολιτική θέση – βρίσκεται παγιδευμένη ανάμεσα σε σκληροπυρηνικούς εκ Δεξιών και σε πολλούς επικριτές εκ Αριστερών. Οι αντίπαλοι του εργασιακού νομοσχεδίου κολυμπούν στο κύμα της κοινή γνώμης τώρα. Αυτή η αντίσταση έχει ενισχυθεί από τα γεγονότα της άνοιξης.
Αν το κίνημα ενάντια στο εργασιακό νομοσχέδιο μπορεί να χαράξει ένα δρόμο προς τα εμπρός, έχει τη δυνατότητα να αλλάξει την πολιτική κατάσταση στη Γαλλία. Η ήττα της κυβέρνησης θα αποτελέσει σημάδι δραματικής αλλαγής. Θα δημιουργήσει ένα πλαίσιο εντός του οποίου η ριζοσπαστικοποίηση που βρίσκεται ενσωματωμένη στο φοιτητικό κίνημα και τη Nuit Debout θα βαθύνει και θα επεκταθεί.
Το να φτάσει σ’ αυτό το σημείο δεν είναι εύκολο. Αλλά τα γεγονότα των τελευταίων δύο μηνών έχουν δείξει ότι υπάρχει ακόμη αρκετή λαϊκή οργή για να αμφισβητηθεί το γαλλικό κεφάλαιο.
Δεν υπάρχει ένα αποκλειστικό πρότυπο του ανθρώπινου – όταν παραιτηθούμε από την απαίτηση του αποκλειστικού προτύπου, το μόνο που βρίσκουμε είναι, πάλι και μόνο, τα σημάδια του ανθρώπινου. Αν υπάρχει κάτι που στηρίζει την κοινωνική οντολογία, αυτό είναι η εξάρτηση του καθενός μας από τον άλλον και η επισφάλεια της ύπαρξής μας, που δέχεται τη βία των κάθε λογής εξουσιών. Πηγή: www.lifo.gr
http://www.lifo.gr/articles/ideas_articles/100464/fb1525
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Πολύ συχνά η πολιτική ανυπακοή αποτελεί ηθική αναγκαιότητα»
ην Τετάρτη 11 Μαΐου η Τζούντιθ Μπάτλερ θα βρεθεί στην Αθήνα στο πλαίσιο του κύκλου συζητήσεων «Θεωρία στο Μέγαρο: φιλοσοφία, κριτική, ιστορία» του Megaron Plus σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών του Κολεγίου Μπέρμπεκ, και θα δώσει ομιλία με τίτλο «Σώματα που έχουν ακόμη σημασία».
Στη συνέντευξή της στην «Εφ.Συν.» αναφέρεται στον νεοφιλελευθερισμό, στην τρωτότητα, στην επισφάλεια και στην ανάγκη αντίστασης, ενώ θεωρεί έκπτωση της δημοκρατίας πιθανή ανάθεση των υποθέσεων των πολιτών στους τεχνοκράτες.
• Υποστηρίζετε ότι δεν αντιμετωπίζουμε μια απλή δημοσιονομική κρίση, αλλά έναν νέο αστερισμό νεοφιλελεύθερων οικονομικών πρακτικών, οι οποίες θέτουν νέα ερωτήματα για τη σχέση ανάμεσα στις οικονομικές και τις κοινωνικές μορφές, αλλά και τους τρόπους της ορθολογικότητας και της ηθικής. Βρισκόμαστε λοιπόν αντιμέτωποι με μια υπαρξιακή κρίση του ίδιου του καπιταλισμού;
Αυτό που ήθελα να πω είναι πως όταν μιλάμε για «κρίση» τείνουμε να τη φανταζόμαστε σαν ένα επεισόδιο, σαν κάτι που θα ξεθωριάσει προϊόντος του χρόνου και στη συνέχεια θα επιστρέψουμε στην «κανονικότητα». Φυσικά, υπάρχουν «δομικές κρίσεις» που μας δείχνουν ότι κάτι βαθύτερο βρίσκεται σ’ εξέλιξη, ότι ένα σύστημα παύει να λειτουργεί, ή ότι η σημερινή ιστορική μορφή αυτού του συστήματος καταρρέει από τα μέσα.
Παίζει ρόλο το πώς περιγράφουμε την οικονομική κατάσταση και -ορισμένες φορές- ανησυχώ, διότι χρησιμοποιούμε σύντομες περιγραφές, αντί για περισσότερο εκτεταμένες αναλύσεις. Είναι καλό να είμαστε υπομονετικοί και να χρησιμοποιούμε ένα πλήρως περιγραφικό λεξιλόγιο, ακόμα και όταν η κατάσταση είναι φριχτή.
• Οι περισσότεροι πολίτες περιμένουν μια διαχειριστική απάντηση στην παρούσα κρίση, δηλαδή μια τεχνοκρατική λύση. Πόσο αποτελεί αυτό εμπόδιο για μια ριζοσπαστική δημοκρατική αλλαγή, η οποία δείχνει πιο αναγκαία από ποτέ;
Σε μεγάλο βαθμό αυτό εξαρτάται από το εάν μια διαχειριστική απάντηση σχεδιασμένη με τεχνοκρατικές μεθόδους και στρατηγικές είναι, μιλώντας κυριολεκτικά, αντιδημοκρατική. Προφανώς θα ήταν καταστροφικό, εάν οι άνθρωποι αποφάσιζαν πως μόνο η τεχνοκρατία μπορεί να μας σώσει τώρα. Θα επρόκειτο για μια πλήρη έκπτωση όλων των δημοκρατικών αιτημάτων και ιδεωδών.
Από την άλλη, το να φοβόμαστε την όποια μορφή εξειδίκευσης στη βάση ότι είναι αντιδημοκρατική, μπορεί επίσης να είναι επιβλαβές. Το θέμα είναι εάν το μέσο μετατρέπεται σε σκοπό, ή εάν το μέσο μπορεί να παραμείνει στα χέρια των πολιτών, ακόμα και εάν δεν μπορούν όλοι να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας του. Αυτό είναι τώρα το δίλημμα• ένα από τα διλήμματα.
https://www.efsyn.gr/arthro/poly-syhna-i-politiki-anypakoi-apotelei-ithiki-anagkaiotita
Η Τζούντιθ Μπάτλερ έχει γεννηθεί το 1956 στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει συμβάλει στα πεδία του φεμινισμού, της πολιτικής φιλοσοφίας και της ηθικής. Είναι καθηγήτρια στο τμήμα Ρητορικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία της: «Απ-αλλοτρίωση.
Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό» (εκδ. Τόπος 2016), «Σώματα με σημασία – Οριοθετήσεις του “φύλου” στον λόγο» (Εκκρεμές 2008), «Ευάλωτη ζωή – Οι δυνάμεις του πένθους και της βίας» (Νήσος 2008), «Λογοδοτώντας για τον εαυτό» (Εκκρεμές 2009), «Η ψυχική ζωή της εξουσίας» (Πλέθρον 2009), «Αναταραχή φύλου – Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας» (Αλεξάνδρεια 2009).
http://sarajevomag.gr/entipa/teuhos_106/i106_p13_nuit.html
Ηνομοθεσία που θέλει να εφαρμόσει η γαλλική κυβέρνηση είναι ένα ακόμα κύμα μαζικής υποτίμησης της εργασίας. Δεν έχει τίποτα πρωτότυπο. Είναι ταξικά ωμή:
- Το όριο για τον μέγιστο ημερήσιο αριθμό ωρών εργασίας πηγαίνει από τις 10 στις 12 ώρες.
- Το όριο για τον μέγιστο εβδομαδιαίο αριθμό ωρών εργασίας πηγαίνει απ’ τις 48 στις 60 ώρες.
- Για τους “μαθητευόμενους” το μέγιστο ωράριο πάει στις 10 ώρες• και 40 την εβδομάδα.
- Ο εργοδότης μπορεί κατά βούληση να αλλάξει τα ρεπό.
- Ο αριθμός των εβδομάδων (απ’ τις 52 που έχει κάθε χρόνος) που το αφεντικό μπορεί να επιβάλλει υπερωρίες πάει απ’ τις 44 στις 46.
- Οι “επιχειρησιακές συμβάσεις” υπερισχύουν των γενικών συλλογικών (που, απλά, μένουν κενό γράμμα). Αν ένας εργαζόμενος αρνηθεί να υπογράψει την επιδείνωση των όρων εργασίας του (με βάση το νέο εργασιακό καθεστώς), το αφεντικό μπορεί να τον απολύσει χωρίς αποζημίωση. Καθότι δεν πρόκειται για απόλυση αλλά για “παραίτηση”.
- Αν μια επιχείρηση “έχει προβλήματα” μπορεί να αλλάξει κατά βούληση τους μισθούς(προς τα κάτω) και τα ωράρια (προς τα πάνω...)
- Αν μια επιχείρηση “έχει προβλήματα” μπορεί να κάνει απολύσεις κατά βούληση. Τι πάει να πει “έχει προβλήματα”; Αν έχει πτώση των πωλήσεών της για δύο τρίμηνα...
- Ως τώρα οι πρώτες 8 ώρες υπερωρίας πληρώνονταν με 25% παραπάνω, και όλες οι επόμενες με 50%. Απ’ την ψήφιση του νόμου και μετά θα πληρώνονται όλες με 10% παραπάνω.
- Η εργοδοσία δεν έχει ανάγκη την συμφωνία έστω του 50%+ των εργαζόμενων (μέσω των συνδικαλιστικών εκπροσώπων τους) προκειμένου να εφαρμόσει τα μέτρα της. Αρκεί η συμφωνία του 30%.
- Μειώνονται σημαντικά οι αποζημιώσεις απολύσεων (δεν είχαν αλλάξει ως τώρα). Για δουλειά από 2 έως 5 χρόνια η αποζημίωση πέφτει στους 6 μισθούς.
- Καταργούνται οι έλεγχοι των επιθεωρητών υγείας στους εργασιακούς χώρους (ως τώρα γίνονταν συστηματικά). Απ’ την ψήφιση του νόμου και μετά οι εργάτες θα ενημερώνονται κατά την πρόσληψή του από κάποιον υπάλληλο της εταιρείας (π.χ. νοσοκόμα) για πιθανούς κινδύνους εργατικού ατυχήματος. Για προληπτικούς λόγους... Κι αυτό είναι όλο.
- Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (με κάτω από 50 άτομα “προσωπικό”) θα μπορούν να κάνουν προσλήψεις “με την ημέρα”.
- Γενικεύεται η δυνατότητα πρόσληψης νεαρών ανέργων (από 18 έως 25) που θα πληρώνονται με κρατικό επίδομα (τα παλιά “stage” σε ακόμα χειρότερη έκδοση).
Δεν είναι καθόλου άσχημα - για τα γαλλικά αφεντικά. Και να σκεφτεί κανείς ότι δεν είναι κάποιο “έξωθεν” (υποτίθεται) ερχόμενο “μνημόνιο” που γεννάει αυτές τις πρωτοβουλίες. Είναι, απλά, τα συμφέροντά τους. (Καμμία σχέση με την ελλάδα! Εδώ δεν υπάρχει ούτε εργατική τάξη ούτε αφεντικά...)
Ποιά είναι τα συμφέροντα; Η κερδοφορία• ειδικά στην παγκόσμια αρένα “ανταγωνιστικότητας”. Μικρότερο, όλο και μικρότερο κόστος εργασίας στην παραγωγή εμπορευμάτων προς εξαγωγή - μικρότεροι μισθοί εκεί• μικρότερο κόστος κοινωνικής αναπαραγωγής - άρα ξανά μικρότεροι μισθοί στους τομείς εσωτερικής κατανάλωσης. Απλό. Και λογικό απ’ την μεριά τους.
[...]
...η συνέχεια στο έντυπο τεύχος του Sarajevo.
Σημεία διακίνησης και ταχυδρομικές αποστολές.
https://left.gr/news/tzoyntith-mpatler-stin-ameriki-o-oros-kratos-pronoias-einai-vrisia
* Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει καθόλου τον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι Αμερικάνοι τον καπιταλισμό;
Eίμαι σίγουρη πως το κίνημα «Occupy» ανέδειξε πολλά σημαντικά ερωτήματα σε ό,τι αφορά τις ταξικές διαφορές και έδειξε πολύ καθαρά το πως οι αστυνομικές δυνάμεις εξυπηρετούν τα συμφέροντα του κράτους και των επιχειρήσεων. Σε αυτή τη χώρα, έχουμε γίνει μάρτυρες της καταστολής του δικαιώματος της διαδήλωσης, ακόμη και της ποινικοποίησης του. Όλα αυτά αποκαλύφθηκαν με τον πιο αναντίρρητο τρόπο, βλέποντας κανείς τη βάναυση μεταχείριση των διαδηλωτών του «Occupy» όσο και των φοιτητικών κινημάτων που εκδήλωναν την αντίθεσή τους στα φοιτητικά χρέη. Οπότε δεν ξέρω κατά πόσο έχουμε μπει στη διαδικασία να εξετάσουμε το ζήτημα του ίδιου του καπιταλισμού, αλλά σίγουρα επήλθε η συνειδητοποίηση πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους. Το «μήνυμα» βρήκε τον αποδέκτη. Μάλιστα, έμμεσα εμφανίζεται και στις καμπάνιες. Αλλά, προς το παρόν, δεν υπάρχει χώρος για ριζοσπαστικές ελπίδες... - See more at: https://left.gr/news/tzoyntith-mpatler-stin-ameriki-o-oros-kratos-pronoias-einai-vrisia#sthash.Tk2nfm7N.dpuf
http://dangerfew.blogspot.gr/2016/05/blog-post_17.html
Εξηγούμαι με τη βοήθεια μιας παρομοίωσης. Αν ρίξουμε μια πολύ λεπτή σκόνη σ’ ένα ποτήρι νερό και μετά το ανακατέψουμε, θα παρατηρήσουμε ότι, όταν η επιφάνεια του νερού ξαναέλθει στην ηρεμία, τα μικροσκοπικά σωματίδια της σκόνης θα συνεχίσουν να κινούνται σαν ένα σμάρι σκνίπες κάτω απ’ τον ήλιο, αν και σαφώς πιο αργά. Αυτή την κίνηση την ονομάζουμε “κίνηση Μπράουν”, από το όνομα του επιστήμονα που την ανακάλυψε και μας εξήγησε ότι τα σωματίδια που αιωρούνται μέσα σ’ ένα υγρό, ακριβώς επειδή έχουν αμελητέα μάζα, εξομοιώνονται με την κίνηση των μορίων του και πάλλονται μαζί τους.
Ο ρόλος του δημιουργού –είτε είναι ποιητής, ή εφευρέτης της μηχανής εσωτερικής καύσης– μοιάζει ακριβώς με το ρόλο αυτών των σωματιδίων: κάνει ορατή μια κίνηση που είναι αόρατη δια γυμνού οφθαλμού.
Ίσως γνωρίζετε με ποιο τρόπο φτιαχνόταν η ιταλική κωμωδία αυτοσχεδιασμού, που είναι γνωστή με τ’ όνομα comedia dell’ arte. Έπαιρναν ένα σενάριο και πάνω σε αυτό όριζαν στην τύχη ένα ‘‘θέμα’’. Τα ‘‘θέματα’’ αυτά δεν είναι προϊόντα ατομικής δημιουργίας. Περνούν ή μάλλον παραδίδονται από το ένα στρώμα δημιουργών στο επόμενο και σ’ αυτή την πορεία τροποποιούνται, ώστε ν’ ανταποκρίνονται σε κάποιο ζωντανό υλικό της εποχής –και πάνω σ’ αυτό το έδαφος οι ερμηνευτές των ρόλων της comedia dell’ arte ξεδίπλωναν τα χωρατά τους ζωντανεύοντας και στολίζοντας τα παραδοσιακά λόγια.
Αλλά μην πάμε τόσο μακριά. Όλοι όσοι έχουμε ακούσει ή διηγηθεί ανέκδοτα, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τ’ ανέκδοτα αποτελούν ένα είδος ενεχυροδανειστηρίου: ο καθένας παίρνει το υλικό από ένα ένα παραδοσιακό πλαίσιο (με την ευρεία έννοια του όρου), και πάνω σε αυτό αυτοσχεδιάζει εισάγοντας ένα νέο παραδοσιακό συμπλήρωμα. Πάνω σε αυτό το πρότυπο άλλωστε δημιουργήθηκε και η τέχνη της επικής ποίησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εθνογράφος και φιλόλογος Πάβελ Ρύμπνικωφ (1831-1885) περιέγραφε με αυτούς ακριβώς τους όρους τη δημιουργία των προφορικών αφηγήσεων μιλώντας για ένα ‘‘κοινό ταμείο’’ όλων των αφηγητών.
Έχουμε την εντύπωση πως η ‘‘ατομική’’ δημιουργία μας δεν υπακούει σε αυτούς τους νόμους, αλλά αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μας είναι αδύνατο, ή μάλλον πολύ δύσκολο, να έχουμε μια σφαιρική άποψη της στιγμής στην οποία ζούμε.
Καταλαβαίνουμε πολύ καλά πως η μεσαιωνική ποίηση δουλεύει πάνω σε μια παράδοση σχολής και ότι π.χ. το ιπποτικό μυθιστόρημα δεν είναι παρά μια αδιάκοπη υπέρθεση των ίδιων καλλωπιστικών στερεότυπων. Ξέρουμε το ίδιο καλά πως ακόμα και τα μετεπαναστατικά αφηγήματα της ρώσικης λογοτεχνίας είναι εξίσου παραδοσιακά μ’ εκείνα που θίγουν το ‘‘πρόβλημα του σεξ’’. Κι όμως αδυνατούμε να καταλάβουμε, ότι ακόμα και σήμερα εξακολουθούμε ν’ αναφερόμαστε σε μια κατά παράδοση συλλογική δημιουργία –και όταν λέω συλλογική, δεν εννοώ το σύνολο του πληθυσμού αλλά την κοινότητα των ποιητών-συγγραφέων είτε μιλάμε για τη λεγόμενη ‘‘λαϊκή’’ τέχνη, είτε για την ‘‘έντεχνη’’ δημιουργία.
Ο Πούσκιν κι ο Γκόγκολ, όπως και οποιοσδήποτε άλλος δημιουργός, ενσαρκώνουν εκδηλώσεις της σχολής στην οποία ανήκουν. Αν τους ξεχωρίζουμε από την ανώνυμη μάζα, αυτό συμβαίνει μεταξύ άλλων επειδή δεν ξέρουμε να σκεφτόμαστε με όρους ολότητας και χρειαζόμαστε τις ‘‘περικοπές’’ και τ' ‘‘αποσπάσματα’’ .
Η δημιουργία, ακόμα και η καλλιτεχνική-επαναστατική δημιουργία, είναι παραδοσιακή. Για να παραβούμε τον κανόνα, θα πρέπει πρώτα-πρώτα ο κανόνας να υπάρχει. Η βλασφημία προϋποθέτει μια θρησκεία, που παραμένει ζωντανή.
Υπάρχει μια ‘‘εκκλησία’’ της τέχνης. Είναι η ιερατική σύναξη όλων εκείνων που την αισθάνονται. Αυτή η εκκλησία έχει τους Κανόνες της, που δημιουργήθηκαν από τη διαστρωμάτωση των αιρέσεων.
Το να κατατρυχόμαστε με τη δημιουργία μιας συλλογικής τέχνης είναι σαν να πασχίζουμε να ρίξουμε το Βόλγα μέσα στην Κασπία θάλασσα.»
Βίκτορ Σκλόφσκι, Η συλλογική δημιουργία (1923)
Όταν ήμουν παιδί κατανοούσα την ομοφυλοφιλία ως μια μορφή ανυπακοής… σεξουαλικής ανυπακοής… που εκτεινόταν έξω από τις νόρμες και μια μορφή αναγνώρισης πέραν της καθιερωμένης κατηγορίας που στην ουσία εξυπηρετούσε μια κεντρική μορφή εξουσίας. Λίγο καιρό πριν αντέδρασα όταν ψηφίστηκε το σύμφωνο. Δεν αντέδρασα για αυτό που είναι το σύμφωνο αλλά γι αυτό που παρατηρώ τα τελευταία χρόνια στους ομοφυλόφιλους. Μια εξαιρετική πειθαρχία στους κώδικες που χρειάζεται να ακολουθήσουν για να ενταχθούν στην μεγάλη οικογένεια των ομοφυλόφιλων που χειρίζονται πλέον ως κεντρική εξουσία αρκετούς χώρους… Εδώ και καιρό εξεγείρομαι με τα μοτίβα και τις άπειρες νόρμες που έχουν δημιουργήσει πολλοί άγγλοθρεμμένοι κιόλας με κριτήριο την αποδοχή από τον κύκλο.
Όχι πλέον απειθαρχία. Μάλιστα στις συνεργασίες μου μαζί τους συχνά τους ενδιαφέρει να ακολουθείτε τοσο πιστά ορθόδοξα ένα πρωτόκολλο κα μάλιστα συχνά αγγλοφανές που αδυνατώ να συνεχίσω την συνεργασία… μιας και για μένα πρωταρχικός όρος παραμένει η απειθαρχία που αναγνωρίζω στην νεότητα. Αυτό συναντώ πολύ συχνά ακόμα και σε προωθημένους κύκλους τέχνης καθώς ακόμ και σε ομάδες καταστασιακών αντιλήψεων ή και αναρχικών. Αδυνατώ να συναντήσω την απειθαρχία σε επιβεβλημένους κανόνες και όρους. Μια απειθαρχία ενάρετη καθαρή ουράνια.
Καταρχάς και μόνο η έννοια πως στα δύο φύλλα προσθέτουμε ένα τρίτο μου φαίνεται εξαιρετικά και συντηρητικά λίγο όταν αναπτύσσουμε και μια ηθική υπεράσπισης αυτού έχουμε ήδη αδικήσει το τέταρτο.
Κατερίνα Αθανασίου
Κάποια από τα θέματα που θίγει και διαρρηγνύει η Μπάτλερ καθώς και στο βιβλίο της Σώματα με σημασία είναι
- Μέσα από ποιους κοινωνικούς περιορισμούς υλοποιούνται τα σώματα ως έμφυλα;
- Πως μπορούμε να κατανοήσουμε την "υλικότητα" του φύλου και του σώματος ως τη βίαιη περιχαράκωση του πολιτισμικά διανοητού;
- Πως τέτοιοι περιορισμοί δεν παράγουν μόνον την επικράτεια των διανοητών σωμάτων, αλλά επίσης παράγουν μια επικράτεια σωμάτων που είναι αδιανόητα και αβίωτα;
- Πως μπορούμε να κατανοήσουμε την τελετουργική επανάληψη με την οποία οι έμφυλες νόρμες συγκροτούν όχι μόνον τις συνεπαγωγές του κοινωνικού φύλου αλλά και την υλικότητα του βιολογικού φύλου;
- Μπορεί τούτη η επαναλαμβανόμενη άρθρωση να συνιστά την αφορμή για κριτική επανεπεξεργασία της έμφυλης κανονικότητας εκ μέρους των υποκειμένων;
Στη θέση των θεωρήσεων που τείνουν να εκλαμβάνουν ως δεδομένη και αυτόδηλη την υλικότητα του φύλου, η Judith Butler αντιπροτείνει τη διερεύνηση των κοινωνικών, πολιτισμικών και ιστορικών διαδικασιών που οριοθετούν την εμβέλεια της υλικότητας που περι-ορίζουν τα σώματα που έχουν σημασία, δηλαδή σημαίνουσα υλικότητα. Σ' αυτό το πλαίσιο, το φύλο θεωρητικοποιείται ως ένα ρυθμιστικό ιδεώδες από την υλοποίηση του οποίου εξαρτάται η κοινωνική αναγνωρισιμότητα και βιωσιμότητα του υποκειμένου.
Στο βιβλίο αυτό, η Butler μας προσκαλεί να στοχαστούμε την ύλη των σωμάτων με όρους κοινωνικής υλοποίησης: μιας υλοποίησης που κυβερνάται από τις ρυθμιστικές μυθοπλασίες και τις εξιδανικευμένες νόρμες εκείνου που λογίζεται ως βιώσιμο σώμα. Η πρόκληση αυτού του εγχειρήματος είναι η ριζική αναδιάρθρωση της συμβολικής ηγεμονίας που κάνει κάποιους τρόπους διαβίωσης να λογαριάζονται ως «ζωή» και κάποια σώματα να πιστοποιούνται ως «σώματα με σημασία». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Παραθέτουμε παρακάτω μετάφρασή μας του άρθρου A French Spring του περιοδικού Jacobin, που δημοσιεύτηκε στις 28/4/2016. Παρότι δεν συμφωνούμε με διάφορες από τις απόψεις του αρθρογράφου (πχ τη στήριξή του στα συνδικάτα) κρίνουμε ότι δίνει μια καλή εικόνα για την πολιτική κατάσταση που επικρατεί στη Γαλλία.
Ένα νέο κίνημα ενάντια στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας σχηματίζεται στη Γαλλία.
Από τον Φεβρουάριο, όταν η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS) του Φρανσουά Ολλάντ και του Μανουέλ Βαλλς ανακοίνωσε μια
προτεινόμενη μεταρρύθμιση του γαλλικού εργασιακού κώδικα (code du travail), ένα κύμα διαδηλώσεων σάρωσε τη χώρα. Στις 9 Μαρτίου, 500.000 άνθρωποι συμμετείχαν σε μια εθνική ημέρα δράσης• ακόμη 1,2 εκατομμύρια συμμετείχαν στις συνδικαλιστικές διαδηλώσεις τις 31 Μαρτίου• και στις 9 Απριλίου, δεκάδες χιλιάδες περισσότεροι διαδήλωσαν στο Παρίσι κι άλλες γαλλικές πόλες ενάντια στο νομοσχέδιο.
Μια από τις πιο εντυπωσιακές πτυχές του νέου κινήματος είναι ο απόλυτος αριθμός των πόλεων όπου οργανώθηκαν διαδηλώσεις: περισσότερες από 250 μόλις στις 31 Μαρτίου. Εκείνη την ημέρα, η κακοκαιρία μείωσε την προσέλευση στη γαλλική πρωτεύουσα. Αλλά παρόλη τη βροχή, εκατοντάδες διαδηλωτών συγκεντρώθηκαν το βράδυ στην Πλατεία Δημοκρατίας στο Παρίσι, στην πρώτη από τις «Nuit Debout [Ολονυχτία]» καταλήψεις [πλατειών].
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, διαμαρτυρίες τύπου Nuit Debout άρχισαν να ξεπηδάνε σε όλη τη Γαλλία. Δεκάδες χιλιάδες συρρεύσαν στην Πλατεία Δημοκρατίας για να συμμετάσχουν στις βραδινές μαζικές συναντήσεις.
Η κατάληψη πόλωσε τη γαλλική πολιτική γνώμη.
Ο συντηρητικός φιλόσοφος Alain Finkielkraut αποκήρρυξε τους διαδηλωτές της Nuit Debout ως «φασίστες», αφότου προσβλήθηκε φωναχτά όταν προσπάθησε να υπεσέλθει σε μια από τις συναντήσεις. Το Εθνικό Μέτωπο (FN) της Μαρίν Λε Πεν εξέδωσε μια ανακοίνωση απαιτώντας την καταστολή του κινήματος, αποκαλώντας το μια «πηγή βίας κι αποσύνθεσης».
Και μόλις αυτή την εβδομάδα, ο τέως πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί έδωσε μια ομιλία στην οποία επιτέθηκε στους διαδηλωτές αποκαλώντας τους «εγκεφαλικά νεκρούς» και χαρακτηρίζοντάς τους «κακοποιούς». Ο Σαρκοζί, που δεν υπήρξε ποτέ απ’ αυτούς που μασούσαν τα λόγια τους, συνέκρινε την κατάληψη της Πλατείας Δημοκρατίας με μια «καιόμενη πυρά η οποία υπονομεύει την εξουσία του κράτους».
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο αυξημένης καταστολής κι αστυνομικής βίας.
http://typofreneia.blogspot.com/2016/05/blog-post_12.html
Αντιστρέφοντας την ιεραρχία
Το διακύβευμα αυτής της μάχης είναι υψηλό. Η κυβερνητική πρόταση (γνωστή ως νόμος Ελ Κομρί, από το όνομα της υπουργού εργασίας Μιριάμ Ελ Κομρί) θα αναθεωρήσει μεγάλο κομμάτι του γαλλικού εργασιακού κώδικα.
Για παράδειγμα, θα τροποποιήσει τους κανόνες περί εργάσιμου χρόνου δίνοντας στις επιχειρήσεις μεγαλύτερη ελαστικότητα στον να υπερβαίνουν το νομικό όριο του εργάσιμου χρόνου των υπαλλήλων τους. Επί του παρόντος, η θεσπισμένη 35ωρη εργάσιμη εβδομάδα στη Γαλλία επιτρέπει, με τις υπερωρίες, η εργάσιμη ημέρα να φτάνει έως και τις 10 ώρες, με την εργάσιμη εβδομάδα να φτάνει τις 48, για τους πλήρως απασχολούμενους. Η κυβερνητική πρόταση θα αυξήσει τη νόμιμη εργάσιμη ημέρα στο 12ωρο, «σε περίπτωση αυξημένης δραστηριότητας ή για λόγους σχετιζόμενους με την οργάνωση της επιχείρησης».
Ο νόμος Ελ Κομρί θα επιτρέψει επίσης στο υπουργείο εργασίας να αυξάνει προσωρινά το όριο της εργάσιμης εβδομάδας έως και το 60ωρο αν «εξαιρετικές περιπτώσεις» το απαιτούν. Εν τω μεταξύ, η νομοθεσία θα μειώσει σημαντικά το μπόνους που καταβάλεται στους εργάτες που δουλεύουν περισσότερες από 35 ώρες την εβδομάδα.
Ίσης σημασίας είναι οι διατάξεις του νόμου που θα μειώσουν το όριο των νόμιμων αποζημιώσεων για «καταχρηστικές απολύσεις». Στη Γαλλία, οι εργάτες που χάνουν τη δουλειά τους χωρίς «δικαιολογημένη αιτία» δικαιούνται να διεκδικήσουν αποζημίωση μέσω των εργασιακών δικαστηρίων. Αυτό σημαίνει ότι αν απολυθείς επειδή η εταιρεία σου δεν βγάζει χρήματα, ο εργοδότης πρέπει να σου καταβάλει μια αποζημίωση ανάλογη με τη διάρκεια που σε απασχολούσε.
Ο νόμος Ελ Κομρί θα μειώσει το νόμιμο όριο των αποζημιώσεων ώστε, για παράδειγμα, ένας εργάτης με 20 χρόνια απασχόλησης στον εργοδότη θα καταλήξει να πάρει αποζημίωση ίση με την αξία μόνο 12 μισθών.
Η πρόταση επίσης θ’ αλλάξει τους κανονισμούς για τις απολύσεις, κάνοντας ευκολότερες για τις επιχειρήσεις τις απολύσεις υπαλλήλων για οικονομικούς λόγους. Η γαλλική νομοθεσία απαιτεί ότι οι επιχειρήσεις που θέλουν να απολύσουν υπαλλήλους χωρίς αιτία πρέπει να παρέχουν μια έγκυρη αιτιολόγηση – με το νόμο Ελ Κομρί, ο ισχυρισμός ότι αποτελεί οικονομική αναγκαιότητα θα είναι αρκετός.
Ίσως το πιο αμφιλεγόμενο, η πρόταση θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να διαπραγματεύονται «επιθετικές συμβάσεις» σε εταιρικό επίπεδο. Αυτές οι συμβάσεις θα επιτρέπονται να υποτιμούν τα υπάρχοντα επίπεδα του ωρομίσθιου, του εργάσιμου χρόνου κι άλλων πτυχών της σύμβασης εργασίας. Στο παρελθόν, οι επιχειρήσεις που ήθελαν να διαπραγματευτούν αυτού του είδους τις επιχειρησιακές συμβάσεις έπρεπε να αποδείξουν ότι ήταν αναγκαίες για την αποτροπή χρεωκοπίας ή απολύσεων.
Τώρα, οι επιχειρήσεις που θέλουν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους ή να εισέλθουν σε νέες αγορές θα μπορούν να απαιτούν παραχωρήσεις από τους εργάτες τους, ακόμη κι αν αυτές οι παραχωρήσεις παραβιάζουν τους όρους των αναγνωρισμένων συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή των υπάρχοντων εργασιακών νόμων. Περαιτέρω, το νομοσχέδιο θα κάνει ευκολότερο για τις επιχειρήσεις το να διαπραγαματευόνται συμβάσεις με εκπροσώπους των εργαζομένων, αρκεί να στηρίζονται από το 30% του εργατικού δυναμικού.
Συλλογικά, αυτές οι αλλαγές θα επιφέρουν πολλά οφέλη στους εργοδότες.
Από την οπτική της επιχειρηματικότητας, το γαλλικό εργατικό δίκαιο είναι γεμάτο με «άκαμπτους» νομικούς περιορισμούς και δαπανηρές ρυθμιστικές απαιτήσεις: από τους νόμους περί απολύσεων κι εργάσιμου χρόνου έως τον υψηλό κατώτατο μισθό, οι επιχειρήσεις βλέπουν τον εργασιακό κώδικα ως ένα ανυπόφορο βάρος. Ο νόμος Ελ Κομρί θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς την ανακούφιση απ’ αυτό το βάρος.
Αυτό δεν σημαίνει ότι στις επιχειρήσεις αρέσει το σύνολο της κυβερνητικής πρότασης, ιδιαιτέρως όπως έχει αναθεωρηθεί από την αρχική ανακοίνωση της πρότασης. Οι πιο πρόσφατες εκδοχές της πρότασης ενσωμάτωσαν έναν αριθμό παραχωρήσεων προς τους αντίπαλους των μέτρων.
Για παράδειγμα, για να καθησυχάσει τους επικριτές, η δεύτερη εκδοχή του νομοσχεδίου περιελάμβανε μια φορολόγηση στις προσωρινές συμβάσεις εργασίας. Αυτή η διάταξη, που προσβλέπει στην αποθάρρυνση της υπερβολικής στήριξης σε βραχυπρόθεσμους απασχολούμενους εις βάρος των πλήρων απασχολούμενων, επέστησε την οργή του κύριου γαλλικού επιχειρηματικού λόμπι, της Κίνησης των Επιχειρήσεων της Γαλλίας (MEDEF).
Η MEDEF τώρα απαιτεί απ’ την κυβέρνηση να επιστρέψει στην αρχική της πρόταση. Έχει απειλήσει να αρνηθεί τη συνεργασία επί των προτεινόμενων αλλαγών του γαλλικού συστήματος ανεργίας αν ο Ολλάντ δεν ικανοποιήσει τα αιτήματά της, όπως φαίνεται πιθανό.
Η στάση της MEDEF προς την εργασιακή νομοθεσία αντικατοπτρίζει τη σκληρή στάση των εκπροσώπων των εργοδοτών στη Γαλλία – οι οποίοι, σ’ αυτό το σημείο, δεν θέλουν να εγκαταλείψουν κανένα απ’ τα αιτήματά τους. Αν η συντηρητική αντιπολίτευση προς το νομοσχέδιο ήταν αρκετά ισχυρή, η κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να καταφύγει σε έκτακτες διαδικασίες για να περάσει το νομοσχέδιο στο κοινοβούλιο.
Αυτό θα αποτελούσε ένα πλήγμα για την κυβέρνηση. Αλλά δεν θ’ άλλαζε το γεγονός ότι το νομοσχέδιο αποτελεί, αδιαμφισβήτητα, μια νίκη της επιχειρηματικής αντίδρασης προς τον εργασιακό κώδικα.
Για την εργασία, ο νόμος Ελ Κομρί θα αποτελέσει καταστροφή: αν περαστεί, τα μέτρα θα καταστρέψουν κοινωνικά οφέλη που επιτεύχθηκαν με δεκαετίες σκληρών αγώνων. Θα υπονομεύσει την εργασιακή σταθερότητα, θα ενθαρρύνει παραχωρήσεις σε μισθούς κι εργασιακές συνθήκες, και θα κάνει τη θεσπισμένη 35ωρη εργάσιμη εβδομάδα πρακτικά ανούσια.
Το χείριστο όλων, το νομοσχέδιο θα ξεκοιλιάσει τον εργασιακό κώδικα, επιτρέποντας στους εργοδότες να παρακάμπτουν τις θεσπισμένες ρυθμίσεις μέσω συμβάσεων επιχειρησιακού επιπέδου. Για τις γαλλικές εργατικές οργανώσεις, αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της πρότασης. Όπως ο Phillipe Martinez, πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών (CGT, η ηγετική εργατική ομοσπονδία της Γαλλίας) σημειώνει, «η κύρια αρχή της αντίθεσής μας σ’ αυτό τον νόμο είναι ότι επιτρέπει στην κάθε επιχείρηση να έχει τον δικό της εργασιακό κώδικα».
Με αυτό τον τρόπο, η Ελ Κομρί θα αντιστρέψει την «ιεραρχία των κανόνων» της γαλλικής αγοράς εργασίας. Παραδοσιακά, οι κανονισμοί για την απασχόληση προέρχονταν από τον εργασιακό κώδικα: το εργατικό δίκαιο έθετε ένα πλαίσιο για της συμβάσεις απασχόλησης, οι οποίες ρυθμίζονταν περαιτέρω από συλλογικές συμβάσεις διαπραγματευόμενες σε κλαδικό επίπεδο.
Τώρα, αυτή η ιεραρχία θα αντιστραφεί: οι επιχειρησιακές συμβάσεις, συμφωνημένες με εργάτες που μπορεί να εκπροσωπούνται, ή και όχι, από ένα συνδικάτο, θα γίνουν το κεντρικό έδαφος της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Η αποκεντρωμένη διαπραγμάτευση θα κυριαρχεί επί των νόμιμων κανονισμών και κλαδικών διαπραγματεύσεων. Το νομοσχέδιο έτσι θα επιτρέψει μια διαρκή επίθεση στα πρότυπα απασχόλησης που είναι καθιερωμένα από τον εργασιακό κώδικα.
Οικονομική και κοινωνική έκτακτη ανάγκη
Αν η γαλλική αριστερά ήταν ισχυρότερη, αυτού του είδους οι προτάσεις θα χρησιμοποιούνταν ως η βάση μιας ριζοσπαστικής πολιτικής [policy] ατζέντας. Σήμερα, ωστόσο, είναι πολύ ανίσχυρη για να επιδιώξει στα σοβαρά ένα τέτοιο πρόγραμμα. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, ενώ τα ποσοστά αποδοχής του Ολλάντ κατακρημνίζονται, η γαλλική ριζοσπαστική αριστερά έχει αποδυναμωθεί και κατακερματιστεί.
Ενώ μόλις πριν μια δεκαετία ήταν ικανή να ηγηθεί πραγματικών αγώνων (όπως η επιτυχημένη εκστρατεία ενάντια στη Συνθήκη για τη Θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης το 2005), η επιρροή της σήμερα είναι περισσότερο περιορισμένη, κι η βάση ακτιβιστών της μικρότερη. Τα τελευταία χρόνια, οι οργανώσεις της Αριστεράς έχουν βυθιστεί στη στασιμότητα, στιγματισμένη από περιόδους εσωτερικών κρίσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ακροδεξιό FN έχει κατορθώσει να εδραιωθεί ως η μόνη βιώσιμη εναλλακτική έναντι των κομμάτων του κατεστημένου. Το FN ελκύει τους ψηφοφόρους μέσω των ρατσιστικών του επιθέσεων σε μετανάστες, μουσουλμάνους κλπ, αλλά επίσης και μέσω της αποκήρυξης των κοσμοπολίτικων ελίτ, της οικονομικής «παγκοσμιοποίησης» και του καπιταλισμού χωρίς περιορισμούς. Υπόσχεται να προστατεύσει τους Γάλλους εργάτες από τον διπλό κίνδυνο της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης και της οικονομικής απορρύθμισης.
Η πρόσφατη ιστορία της Γαλλίας προσφέρει πληθώρα προηγούμενων παρατεταμένων αγώνων ενάντια στα μέτρα λιτότητας.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, οι γαλλικές κυβερνήσεις έχουν δει επανειλημμένως τις μεταρρυθμιστικές τους προσπάθειες να ηττούνται από εκρηκτικές κοινωνικές διαμαρτυρίες: για παράδειγμα, στο απεργιακό κύμα του δημόσιου τομέα τον Δεκέμβριο του 1995, όταν το μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο του ασφαλιστικού συστήματος της διαχείρισης Ζιπέ πυροδότησε εβδομάδες διαδηλώσεων και στάσεων εργασίας, οι οποίες τελικά υποχρέωσαν τον Ζιπέ να αποσύρει τα μέτρα. Πιο πρόσφατα, οι διαμαρτυρίες, ηγούμενες από φοιτητές, ενάντια στη νεοφιλελεύθερη Σύμβαση Πρώτης Απασχόλησης το φθινόπωρο του 2006 οδήγησε μια ακόμη συντηρητική κυβέρνηση να πάρει πίσω την πρόταση.
Το 2010, ένα ακόμη μεγαλύτερο κίνημα αναπτύχθηκε σε απάντηση μιας άλλης μεταρρύθμισης του συστήματος συνταξιοδότησης, η οποία προτάθηκε από τον τότε πρόεδρο Σαρκοζί. Ωστόσο, τελικά απέτυχε να σταματήσει αυτό το νομοσχέδιο: παρόλες τις απεργίες και τις διαδηλώσεις στις οποίες ενεπλάκησαν εκατομμύρια άνθρωποι, ο Σαρκοζί αρνήθηκε να υποχωρήσει από την πρότασή του, και τα μέτρα εν τέλει πέρασαν.
Αυτή η ήττα αποτέλεσε σημαντικό πλήγμα στη γαλλική αριστερά – μια υποχώρηση απ’ την οποία ακόμη δεν έχει επανέλθει πλήρως.
Ο αγώνας σχετικά με την κυβερνητικά προτεινόμενη μεταρρύθμιση της εργασιακής νομοθεσίας φαίνεται να προσφέρει μια ευκαιρία για την αντιστροφή της ύφεσης της Αριστεράς. Αλλά αυτό το κίνημα αντιμετωπίζει επίσης μια σειρά από σημαντικές προκλήσεις.
Μια εξ αυτών είναι η έλλειψη μιας οποιασδήποτε κοινωνικής δύναμης που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως κινητήρας για τον αγώνα ενάντια στην εργασιακή νομοθεσία: για παράδειγμα, το 1995 στις απεργίες του δημόσιου τομέα ενάντια στην μεταρρύθμιση Ζιπέ, οι εργάτες των σιδηρόδρομων αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος. το 2006, ήταν το φοιτητικό κίνημα αυτό που ώθησε τον αγώνα προς τα εμπρός. και το 2010, οι απεργοί εργάτες των διυλιστήριων οι οποίοι πάγωσαν για λίγο τη διανομή πετρελαίου στα πρατήρια βενζίνης σε όλη τη χώρα.
Σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο ποιος θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο. Δεν υπάρχει κάποια εμφανής κοινωνική δύναμη με την ικανότητα να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος ενός κινήματος όπως αυτό. Οι λαϊκές οργανώσεις είναι αδύναμες, κι ύστερα από χρόνια οικονομικής αναδιάρθρωσης και μείωσης της συνδικαλιστικής πυκνότητας, η εργασία έχει χάσει μεγάλο μέρος της ικανότητάς της να κινητοποιεί κόσμο στους χώρους εργασίας ενάντια στη διοίκηση.
Αυτή η ύφεση επιδεινώνεται από την αναπτυσσόμενη διάσπαση στην καρδιά του εργατικού κινήματος, ανάμεσα στα πιο μετριοπαθή «ρεφορμιστικά» συνδικάτα, ηγούμενα από τη Γαλλική Δημοκρατική Συνομοσπονδία Εργασίας (CFDT, η δεύτερη συνδικαλιστική συνομοσπονδία της Γαλλίας), και τις πιο μαχητικές ομοσπονδίες, ηγούμενες από τη CGT.
Από την εκλογή του Ολλάντ, η CFDT έχει παραμείνει στενός σύμμαχος της διαχείρισής του, κι έχει υπογράψει με συνέπεια τις περισσότερο επίμαχες μεταρρυθμιστικές του προτάσεις. Αυτό έχει επιτρέψει στον Ολλάντ να παρουσιάσει τις μεταρρυθμίσεις του ως θριάμβους του «κοινωνικού διαλόγου» και της ταξικής συνεργασίας.
Η CGT από την άλλη, έχει υπάρξει ένας ηχηρός επικριτής των κυβερνητικών προσπαθειών μεταρρύθμισης. Σήμερα, η CGT παραμένει η μεγαλύτερη και περισσότερο εμφανής δύναμη της ριζοσπαστικής αριστεράς στη Γαλλία. Αντιτίθεται σθεναρά στο εργασιακό νομοσχέδιο. Από τον Φεβρουάριο, ο πρόεδρος της CGT, Phillipe Martinez, έχει επιμείνει ότι το συνδικάτο του δεν θα αποδεχτεί τίποτα λιγότερο από μια «απόσυρση του κειμένου».
Την ίδια στιγμή, η CGT έχει προτείνει μια «συνδικαλιστική σύγκλιση» για το μπλοκάρισμα του εργασιακού νομοσχεδίου – μια πρόταση στοχευμένη κυρίως προς τη CFDT. Αλλά ύστερα από την αρχική του απόρριψη του νομοσχεδίου, ο πρόεδρος της CFDT, Laurent Berger, άλλαξε στάση και δήλωσε ότι η δεύτερη εκδοχή του νομοσχεδίου αποτελεί «ενδεχομένως» ένα βήμα προς την «πρόοδο για τη νεολαία και τους απασχολούμενους».
Η άρνηση της CFDT να συμμετάσχει στον αγώνα σημαίνει ότι η οργανωμένη εργασία δεν θα μπορέσει να παρουσιάσει ένα ενωμένο πρόσωπο απέναντι στην κυβέρνηση.Αναπόφευκτα, αυτό θα οδηγήσει σε ερωτήματα σχετικά με το εάν η μαχητική πτέρυγα του εργατικού κινήματος μπορεί να διεξάγει μόνη της μια πραγματική μάχη – κάτι που η CGT δεν είχε μπορέσει να κάνει στο παρελθόν όταν είχε απομονωθεί στην αντίρρησή της στις συνεχείς μεταρρυθμίσεις.
Αυτό υπήρξε ένα από τα κεντρικά σημεία συζήτησης στο εθνικό συνέδριο της CGT την περασμένη εβδομάδα. Οι χίλιοι αντιπρόσωποι που μαζεύτηκαν στην Μασσαλία ήταν απογοητευμένοι από την ανικανότητα της συνομοσπονδίας να θέσει εμπρός μια ξεκάθαρη στρατηγική για την ματαίωση του εργασιακού νομοσχεδίου.
Πολλοί εξ αυτών ήθελαν το συνδικάτο να καλέσει σε μια γενική απεργία διαρκείας. Η ηγεσία της συνομοσπονδίας πρότεινε να βγάλει ένα πιο περιορισμένο κάλεσμα για συναντήσεις στους χώρους εργασίας για τη συζήτηση των επόμενων βημάτων του αγώνα.
Ο Martinez αμφισβήτησε το κατά πόσον μπορούσε η ομοσπονδία να ανταπεξέλθει σε ένα κάλεσμα για γενική απεργία, λέγοντας στους αντιπροσώπους «να ενισχυθεί κάθε κοινωνικό κίνημα, θέτοντας το ζήτημα της γενικής απεργίας… Όλοι συμφωνούν σ’ αυτό… Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, η γενική απεργία δεν θα αποφασιστεί στο Μοντρέιγ [όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της CGT]».
Τελικά, οι αντιπρόσωποι ψήφισαν να βγάλουν ένα συμβιβαστικό κείμενο, καλώντας σε συμμετοχή στη σημερινή ημέρα δράσης, καθώς και σε μαζικές συζητήσεις σε κάθε χώρο εργασίας για να αποφασιστεί η καλύτερο μέθοδος για την εμβάθυνση του αγώνα – και, ενδεχομένως, να εξεταστεί μια παρατεταμένη απεργιακή δραστηριότητα για να υποχρεώσουν την απόσυρση του νομοσχεδίου.
Σημείο καμπής
Δεν είναι ξεκάθαρο το αν θα προκύψει κάτι από αυτό το κάλεσμα. Η σημερινή προσέλευση [στην ημέρα δράσης] αποτελεί ένα σημαντικό τεστ: αν οι διαμαρτυρίες είναι αρκετά μεγάλες για να γίνουν ορατές στο κοινό, θα είναι ένα δείγμα ότι το κίνημα είναι ισχυρό. Μια μικρή προσέλευση, ωστόσο, θα οδηγήσει πολλούς στο συμπέρασμα ότι ο αγώνας ενάντια στο εργασιακό νομοσχέδιο εκτονώθηκε.
Οι ερχόμενες εβδομάδες είναι καθοριστικές. Αν η κυβέρνηση σταθεί ικανή να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις της σχετικά εύκολα, θα συμπιέσει τις ελπίδες για μια αναβίωση της αριστεράς. Μια τέτοια ήττα θα ενισχύσει την πεποίθηση ότι τα μαζικά κοινωνικά κινήματα -σαν αυτά που ξέσπασαν επανειλλημένως μεταξύ του 1995 και 2010- δεν μπορούν πλέον να επιβραδύνουν την παλίρροια της φιλελευθεροποίησης. Ο μεγαλύτερος ευεργετούμενος θα είναι πιθανόν το FN, του οποίου ο ισχυρισμός ότι είναι η μόνη εναλλακτική έναντι των κομμάτων του κατεστημένου θα φανεί να επιβεβαιώνεται.
Από την άλλη, το κίνημα έχει μια σειρά πραγμάτων που του βαίνουν καλώς. Η κυβέρνηση δεν βρίσκεται σε μια ισχυρή πολιτική θέση – βρίσκεται παγιδευμένη ανάμεσα σε σκληροπυρηνικούς εκ Δεξιών και σε πολλούς επικριτές εκ Αριστερών. Οι αντίπαλοι του εργασιακού νομοσχεδίου κολυμπούν στο κύμα της κοινή γνώμης τώρα. Αυτή η αντίσταση έχει ενισχυθεί από τα γεγονότα της άνοιξης.
Αν το κίνημα ενάντια στο εργασιακό νομοσχέδιο μπορεί να χαράξει ένα δρόμο προς τα εμπρός, έχει τη δυνατότητα να αλλάξει την πολιτική κατάσταση στη Γαλλία. Η ήττα της κυβέρνησης θα αποτελέσει σημάδι δραματικής αλλαγής. Θα δημιουργήσει ένα πλαίσιο εντός του οποίου η ριζοσπαστικοποίηση που βρίσκεται ενσωματωμένη στο φοιτητικό κίνημα και τη Nuit Debout θα βαθύνει και θα επεκταθεί.
Το να φτάσει σ’ αυτό το σημείο δεν είναι εύκολο. Αλλά τα γεγονότα των τελευταίων δύο μηνών έχουν δείξει ότι υπάρχει ακόμη αρκετή λαϊκή οργή για να αμφισβητηθεί το γαλλικό κεφάλαιο.
Δεν υπάρχει ένα αποκλειστικό πρότυπο του ανθρώπινου – όταν παραιτηθούμε από την απαίτηση του αποκλειστικού προτύπου, το μόνο που βρίσκουμε είναι, πάλι και μόνο, τα σημάδια του ανθρώπινου. Αν υπάρχει κάτι που στηρίζει την κοινωνική οντολογία, αυτό είναι η εξάρτηση του καθενός μας από τον άλλον και η επισφάλεια της ύπαρξής μας, που δέχεται τη βία των κάθε λογής εξουσιών. Πηγή: www.lifo.gr
http://www.lifo.gr/articles/ideas_articles/100464/fb1525
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Πολύ συχνά η πολιτική ανυπακοή αποτελεί ηθική αναγκαιότητα»
ην Τετάρτη 11 Μαΐου η Τζούντιθ Μπάτλερ θα βρεθεί στην Αθήνα στο πλαίσιο του κύκλου συζητήσεων «Θεωρία στο Μέγαρο: φιλοσοφία, κριτική, ιστορία» του Megaron Plus σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών του Κολεγίου Μπέρμπεκ, και θα δώσει ομιλία με τίτλο «Σώματα που έχουν ακόμη σημασία».
Στη συνέντευξή της στην «Εφ.Συν.» αναφέρεται στον νεοφιλελευθερισμό, στην τρωτότητα, στην επισφάλεια και στην ανάγκη αντίστασης, ενώ θεωρεί έκπτωση της δημοκρατίας πιθανή ανάθεση των υποθέσεων των πολιτών στους τεχνοκράτες.
• Υποστηρίζετε ότι δεν αντιμετωπίζουμε μια απλή δημοσιονομική κρίση, αλλά έναν νέο αστερισμό νεοφιλελεύθερων οικονομικών πρακτικών, οι οποίες θέτουν νέα ερωτήματα για τη σχέση ανάμεσα στις οικονομικές και τις κοινωνικές μορφές, αλλά και τους τρόπους της ορθολογικότητας και της ηθικής. Βρισκόμαστε λοιπόν αντιμέτωποι με μια υπαρξιακή κρίση του ίδιου του καπιταλισμού;
Αυτό που ήθελα να πω είναι πως όταν μιλάμε για «κρίση» τείνουμε να τη φανταζόμαστε σαν ένα επεισόδιο, σαν κάτι που θα ξεθωριάσει προϊόντος του χρόνου και στη συνέχεια θα επιστρέψουμε στην «κανονικότητα». Φυσικά, υπάρχουν «δομικές κρίσεις» που μας δείχνουν ότι κάτι βαθύτερο βρίσκεται σ’ εξέλιξη, ότι ένα σύστημα παύει να λειτουργεί, ή ότι η σημερινή ιστορική μορφή αυτού του συστήματος καταρρέει από τα μέσα.
Παίζει ρόλο το πώς περιγράφουμε την οικονομική κατάσταση και -ορισμένες φορές- ανησυχώ, διότι χρησιμοποιούμε σύντομες περιγραφές, αντί για περισσότερο εκτεταμένες αναλύσεις. Είναι καλό να είμαστε υπομονετικοί και να χρησιμοποιούμε ένα πλήρως περιγραφικό λεξιλόγιο, ακόμα και όταν η κατάσταση είναι φριχτή.
• Οι περισσότεροι πολίτες περιμένουν μια διαχειριστική απάντηση στην παρούσα κρίση, δηλαδή μια τεχνοκρατική λύση. Πόσο αποτελεί αυτό εμπόδιο για μια ριζοσπαστική δημοκρατική αλλαγή, η οποία δείχνει πιο αναγκαία από ποτέ;
Σε μεγάλο βαθμό αυτό εξαρτάται από το εάν μια διαχειριστική απάντηση σχεδιασμένη με τεχνοκρατικές μεθόδους και στρατηγικές είναι, μιλώντας κυριολεκτικά, αντιδημοκρατική. Προφανώς θα ήταν καταστροφικό, εάν οι άνθρωποι αποφάσιζαν πως μόνο η τεχνοκρατία μπορεί να μας σώσει τώρα. Θα επρόκειτο για μια πλήρη έκπτωση όλων των δημοκρατικών αιτημάτων και ιδεωδών.
Από την άλλη, το να φοβόμαστε την όποια μορφή εξειδίκευσης στη βάση ότι είναι αντιδημοκρατική, μπορεί επίσης να είναι επιβλαβές. Το θέμα είναι εάν το μέσο μετατρέπεται σε σκοπό, ή εάν το μέσο μπορεί να παραμείνει στα χέρια των πολιτών, ακόμα και εάν δεν μπορούν όλοι να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας του. Αυτό είναι τώρα το δίλημμα• ένα από τα διλήμματα.
https://www.efsyn.gr/arthro/poly-syhna-i-politiki-anypakoi-apotelei-ithiki-anagkaiotita
Η Τζούντιθ Μπάτλερ έχει γεννηθεί το 1956 στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει συμβάλει στα πεδία του φεμινισμού, της πολιτικής φιλοσοφίας και της ηθικής. Είναι καθηγήτρια στο τμήμα Ρητορικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία της: «Απ-αλλοτρίωση.
Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό» (εκδ. Τόπος 2016), «Σώματα με σημασία – Οριοθετήσεις του “φύλου” στον λόγο» (Εκκρεμές 2008), «Ευάλωτη ζωή – Οι δυνάμεις του πένθους και της βίας» (Νήσος 2008), «Λογοδοτώντας για τον εαυτό» (Εκκρεμές 2009), «Η ψυχική ζωή της εξουσίας» (Πλέθρον 2009), «Αναταραχή φύλου – Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας» (Αλεξάνδρεια 2009).
http://sarajevomag.gr/entipa/teuhos_106/i106_p13_nuit.html
Ηνομοθεσία που θέλει να εφαρμόσει η γαλλική κυβέρνηση είναι ένα ακόμα κύμα μαζικής υποτίμησης της εργασίας. Δεν έχει τίποτα πρωτότυπο. Είναι ταξικά ωμή:
- Το όριο για τον μέγιστο ημερήσιο αριθμό ωρών εργασίας πηγαίνει από τις 10 στις 12 ώρες.
- Το όριο για τον μέγιστο εβδομαδιαίο αριθμό ωρών εργασίας πηγαίνει απ’ τις 48 στις 60 ώρες.
- Για τους “μαθητευόμενους” το μέγιστο ωράριο πάει στις 10 ώρες• και 40 την εβδομάδα.
- Ο εργοδότης μπορεί κατά βούληση να αλλάξει τα ρεπό.
- Ο αριθμός των εβδομάδων (απ’ τις 52 που έχει κάθε χρόνος) που το αφεντικό μπορεί να επιβάλλει υπερωρίες πάει απ’ τις 44 στις 46.
- Οι “επιχειρησιακές συμβάσεις” υπερισχύουν των γενικών συλλογικών (που, απλά, μένουν κενό γράμμα). Αν ένας εργαζόμενος αρνηθεί να υπογράψει την επιδείνωση των όρων εργασίας του (με βάση το νέο εργασιακό καθεστώς), το αφεντικό μπορεί να τον απολύσει χωρίς αποζημίωση. Καθότι δεν πρόκειται για απόλυση αλλά για “παραίτηση”.
- Αν μια επιχείρηση “έχει προβλήματα” μπορεί να αλλάξει κατά βούληση τους μισθούς(προς τα κάτω) και τα ωράρια (προς τα πάνω...)
- Αν μια επιχείρηση “έχει προβλήματα” μπορεί να κάνει απολύσεις κατά βούληση. Τι πάει να πει “έχει προβλήματα”; Αν έχει πτώση των πωλήσεών της για δύο τρίμηνα...
- Ως τώρα οι πρώτες 8 ώρες υπερωρίας πληρώνονταν με 25% παραπάνω, και όλες οι επόμενες με 50%. Απ’ την ψήφιση του νόμου και μετά θα πληρώνονται όλες με 10% παραπάνω.
- Η εργοδοσία δεν έχει ανάγκη την συμφωνία έστω του 50%+ των εργαζόμενων (μέσω των συνδικαλιστικών εκπροσώπων τους) προκειμένου να εφαρμόσει τα μέτρα της. Αρκεί η συμφωνία του 30%.
- Μειώνονται σημαντικά οι αποζημιώσεις απολύσεων (δεν είχαν αλλάξει ως τώρα). Για δουλειά από 2 έως 5 χρόνια η αποζημίωση πέφτει στους 6 μισθούς.
- Καταργούνται οι έλεγχοι των επιθεωρητών υγείας στους εργασιακούς χώρους (ως τώρα γίνονταν συστηματικά). Απ’ την ψήφιση του νόμου και μετά οι εργάτες θα ενημερώνονται κατά την πρόσληψή του από κάποιον υπάλληλο της εταιρείας (π.χ. νοσοκόμα) για πιθανούς κινδύνους εργατικού ατυχήματος. Για προληπτικούς λόγους... Κι αυτό είναι όλο.
- Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (με κάτω από 50 άτομα “προσωπικό”) θα μπορούν να κάνουν προσλήψεις “με την ημέρα”.
- Γενικεύεται η δυνατότητα πρόσληψης νεαρών ανέργων (από 18 έως 25) που θα πληρώνονται με κρατικό επίδομα (τα παλιά “stage” σε ακόμα χειρότερη έκδοση).
Δεν είναι καθόλου άσχημα - για τα γαλλικά αφεντικά. Και να σκεφτεί κανείς ότι δεν είναι κάποιο “έξωθεν” (υποτίθεται) ερχόμενο “μνημόνιο” που γεννάει αυτές τις πρωτοβουλίες. Είναι, απλά, τα συμφέροντά τους. (Καμμία σχέση με την ελλάδα! Εδώ δεν υπάρχει ούτε εργατική τάξη ούτε αφεντικά...)
Ποιά είναι τα συμφέροντα; Η κερδοφορία• ειδικά στην παγκόσμια αρένα “ανταγωνιστικότητας”. Μικρότερο, όλο και μικρότερο κόστος εργασίας στην παραγωγή εμπορευμάτων προς εξαγωγή - μικρότεροι μισθοί εκεί• μικρότερο κόστος κοινωνικής αναπαραγωγής - άρα ξανά μικρότεροι μισθοί στους τομείς εσωτερικής κατανάλωσης. Απλό. Και λογικό απ’ την μεριά τους.
[...]
...η συνέχεια στο έντυπο τεύχος του Sarajevo.
Σημεία διακίνησης και ταχυδρομικές αποστολές.
https://left.gr/news/tzoyntith-mpatler-stin-ameriki-o-oros-kratos-pronoias-einai-vrisia
* Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει καθόλου τον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι Αμερικάνοι τον καπιταλισμό;
Eίμαι σίγουρη πως το κίνημα «Occupy» ανέδειξε πολλά σημαντικά ερωτήματα σε ό,τι αφορά τις ταξικές διαφορές και έδειξε πολύ καθαρά το πως οι αστυνομικές δυνάμεις εξυπηρετούν τα συμφέροντα του κράτους και των επιχειρήσεων. Σε αυτή τη χώρα, έχουμε γίνει μάρτυρες της καταστολής του δικαιώματος της διαδήλωσης, ακόμη και της ποινικοποίησης του. Όλα αυτά αποκαλύφθηκαν με τον πιο αναντίρρητο τρόπο, βλέποντας κανείς τη βάναυση μεταχείριση των διαδηλωτών του «Occupy» όσο και των φοιτητικών κινημάτων που εκδήλωναν την αντίθεσή τους στα φοιτητικά χρέη. Οπότε δεν ξέρω κατά πόσο έχουμε μπει στη διαδικασία να εξετάσουμε το ζήτημα του ίδιου του καπιταλισμού, αλλά σίγουρα επήλθε η συνειδητοποίηση πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους. Το «μήνυμα» βρήκε τον αποδέκτη. Μάλιστα, έμμεσα εμφανίζεται και στις καμπάνιες. Αλλά, προς το παρόν, δεν υπάρχει χώρος για ριζοσπαστικές ελπίδες... - See more at: https://left.gr/news/tzoyntith-mpatler-stin-ameriki-o-oros-kratos-pronoias-einai-vrisia#sthash.Tk2nfm7N.dpuf
http://dangerfew.blogspot.gr/2016/05/blog-post_17.html
Εξηγούμαι με τη βοήθεια μιας παρομοίωσης. Αν ρίξουμε μια πολύ λεπτή σκόνη σ’ ένα ποτήρι νερό και μετά το ανακατέψουμε, θα παρατηρήσουμε ότι, όταν η επιφάνεια του νερού ξαναέλθει στην ηρεμία, τα μικροσκοπικά σωματίδια της σκόνης θα συνεχίσουν να κινούνται σαν ένα σμάρι σκνίπες κάτω απ’ τον ήλιο, αν και σαφώς πιο αργά. Αυτή την κίνηση την ονομάζουμε “κίνηση Μπράουν”, από το όνομα του επιστήμονα που την ανακάλυψε και μας εξήγησε ότι τα σωματίδια που αιωρούνται μέσα σ’ ένα υγρό, ακριβώς επειδή έχουν αμελητέα μάζα, εξομοιώνονται με την κίνηση των μορίων του και πάλλονται μαζί τους.
Ο ρόλος του δημιουργού –είτε είναι ποιητής, ή εφευρέτης της μηχανής εσωτερικής καύσης– μοιάζει ακριβώς με το ρόλο αυτών των σωματιδίων: κάνει ορατή μια κίνηση που είναι αόρατη δια γυμνού οφθαλμού.
Ίσως γνωρίζετε με ποιο τρόπο φτιαχνόταν η ιταλική κωμωδία αυτοσχεδιασμού, που είναι γνωστή με τ’ όνομα comedia dell’ arte. Έπαιρναν ένα σενάριο και πάνω σε αυτό όριζαν στην τύχη ένα ‘‘θέμα’’. Τα ‘‘θέματα’’ αυτά δεν είναι προϊόντα ατομικής δημιουργίας. Περνούν ή μάλλον παραδίδονται από το ένα στρώμα δημιουργών στο επόμενο και σ’ αυτή την πορεία τροποποιούνται, ώστε ν’ ανταποκρίνονται σε κάποιο ζωντανό υλικό της εποχής –και πάνω σ’ αυτό το έδαφος οι ερμηνευτές των ρόλων της comedia dell’ arte ξεδίπλωναν τα χωρατά τους ζωντανεύοντας και στολίζοντας τα παραδοσιακά λόγια.
Αλλά μην πάμε τόσο μακριά. Όλοι όσοι έχουμε ακούσει ή διηγηθεί ανέκδοτα, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τ’ ανέκδοτα αποτελούν ένα είδος ενεχυροδανειστηρίου: ο καθένας παίρνει το υλικό από ένα ένα παραδοσιακό πλαίσιο (με την ευρεία έννοια του όρου), και πάνω σε αυτό αυτοσχεδιάζει εισάγοντας ένα νέο παραδοσιακό συμπλήρωμα. Πάνω σε αυτό το πρότυπο άλλωστε δημιουργήθηκε και η τέχνη της επικής ποίησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εθνογράφος και φιλόλογος Πάβελ Ρύμπνικωφ (1831-1885) περιέγραφε με αυτούς ακριβώς τους όρους τη δημιουργία των προφορικών αφηγήσεων μιλώντας για ένα ‘‘κοινό ταμείο’’ όλων των αφηγητών.
Έχουμε την εντύπωση πως η ‘‘ατομική’’ δημιουργία μας δεν υπακούει σε αυτούς τους νόμους, αλλά αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μας είναι αδύνατο, ή μάλλον πολύ δύσκολο, να έχουμε μια σφαιρική άποψη της στιγμής στην οποία ζούμε.
Καταλαβαίνουμε πολύ καλά πως η μεσαιωνική ποίηση δουλεύει πάνω σε μια παράδοση σχολής και ότι π.χ. το ιπποτικό μυθιστόρημα δεν είναι παρά μια αδιάκοπη υπέρθεση των ίδιων καλλωπιστικών στερεότυπων. Ξέρουμε το ίδιο καλά πως ακόμα και τα μετεπαναστατικά αφηγήματα της ρώσικης λογοτεχνίας είναι εξίσου παραδοσιακά μ’ εκείνα που θίγουν το ‘‘πρόβλημα του σεξ’’. Κι όμως αδυνατούμε να καταλάβουμε, ότι ακόμα και σήμερα εξακολουθούμε ν’ αναφερόμαστε σε μια κατά παράδοση συλλογική δημιουργία –και όταν λέω συλλογική, δεν εννοώ το σύνολο του πληθυσμού αλλά την κοινότητα των ποιητών-συγγραφέων είτε μιλάμε για τη λεγόμενη ‘‘λαϊκή’’ τέχνη, είτε για την ‘‘έντεχνη’’ δημιουργία.
Ο Πούσκιν κι ο Γκόγκολ, όπως και οποιοσδήποτε άλλος δημιουργός, ενσαρκώνουν εκδηλώσεις της σχολής στην οποία ανήκουν. Αν τους ξεχωρίζουμε από την ανώνυμη μάζα, αυτό συμβαίνει μεταξύ άλλων επειδή δεν ξέρουμε να σκεφτόμαστε με όρους ολότητας και χρειαζόμαστε τις ‘‘περικοπές’’ και τ' ‘‘αποσπάσματα’’ .
Η δημιουργία, ακόμα και η καλλιτεχνική-επαναστατική δημιουργία, είναι παραδοσιακή. Για να παραβούμε τον κανόνα, θα πρέπει πρώτα-πρώτα ο κανόνας να υπάρχει. Η βλασφημία προϋποθέτει μια θρησκεία, που παραμένει ζωντανή.
Υπάρχει μια ‘‘εκκλησία’’ της τέχνης. Είναι η ιερατική σύναξη όλων εκείνων που την αισθάνονται. Αυτή η εκκλησία έχει τους Κανόνες της, που δημιουργήθηκαν από τη διαστρωμάτωση των αιρέσεων.
Το να κατατρυχόμαστε με τη δημιουργία μιας συλλογικής τέχνης είναι σαν να πασχίζουμε να ρίξουμε το Βόλγα μέσα στην Κασπία θάλασσα.»
Βίκτορ Σκλόφσκι, Η συλλογική δημιουργία (1923)
Παρόμοια θέματα
» Εκπομπή 7.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 21.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 05.12.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» 11η εκπομπή
» Εκπομπή 16.01.2014, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 21.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 05.12.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» 11η εκπομπή
» Εκπομπή 16.01.2014, 5.00 - 7.00 μ.μ.
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης