Εκπομπή 21.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
Σελίδα 1 από 1
Εκπομπή 21.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
Τρίτη εκπομπή αφιερωμένη στην καταστασιακή περιπέτεια
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ
Έχοντας περάσει από τη διερεύνηση του υπαρξιστικού υπόβαθρου των Καταστασιακών στην σπουδαιότητα που −εμπνευσμένοι μεταξύ άλλων και από τον Ολλανδό ιστορικό Γιόχαν Χουιζίνγκα− απέδιδαν στο Παιχνίδι, έννοια τόσο στενά δεμένη με τις Καταστάσεις και τον Λαβύρινθο, ήρθε η ώρα να δούμε με ποιον τρόπο όλα αυτά συνδέθηκαν με το ιδιαίτερο βλέμμα, και τις παράξενες περιπλανήσεις τους, στην πόλη.
Μια ακόμα λαβυρινθώδης εκπομπή, που θα απολαύσουν όσοι δεν βιάζονται ν’ αποστηθίσουν «τεχνικές», ή «τεχνοτροπίες», κι είναι διατεθειμένοι να χαθούν για λίγο παίζοντας μέσα στο Λαβύρινθο!
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ
Έχοντας περάσει από τη διερεύνηση του υπαρξιστικού υπόβαθρου των Καταστασιακών στην σπουδαιότητα που −εμπνευσμένοι μεταξύ άλλων και από τον Ολλανδό ιστορικό Γιόχαν Χουιζίνγκα− απέδιδαν στο Παιχνίδι, έννοια τόσο στενά δεμένη με τις Καταστάσεις και τον Λαβύρινθο, ήρθε η ώρα να δούμε με ποιον τρόπο όλα αυτά συνδέθηκαν με το ιδιαίτερο βλέμμα, και τις παράξενες περιπλανήσεις τους, στην πόλη.
Μια ακόμα λαβυρινθώδης εκπομπή, που θα απολαύσουν όσοι δεν βιάζονται ν’ αποστηθίσουν «τεχνικές», ή «τεχνοτροπίες», κι είναι διατεθειμένοι να χαθούν για λίγο παίζοντας μέσα στο Λαβύρινθο!
Ο άνθρωπος και το παιχνίδι - (Homo ludens) Συγγραφείς: Γιόχαν Χουιζίνγκα
Περιγραφή:
Ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς του 20ού αι. διατυπώνει στο βιβλίο αυτό μια γενική θεωρία για την γένεση του ανθρώπινου πολιτισμού: ο πολιτισμός γεννιέται από την έμφυτη στον άνθρωπο τάση να παίζει, και οι διάφορες πολιτισμικές μορφές, από το δίκαιο και την φιλοσοφία ώς την ποίηση και την τέχνη, μπορούν να κατανοηθούν ως εκδηλώσεις ή μεταμορφώσεις της θεμελιώδους ορμής προς το παιχνίδι. Μέσα από το πρίσμα τούτο αναλύεται πλήθος ιστορικού, εθνολογικού και φιλολογικού υλικού, ενώ συνάμα διανοίγονται προοπτικές για την βαθύτερη σύλληψη της πορείας και της εξέλιξης του πολιτισμού στο σύνολό του.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς του 20ού αι. διατυπώνει στο βιβλίο αυτό μια γενική θεωρία για την γένεση του ανθρώπινου πολιτισμού: ο πολιτισμός γεννιέται από την έμφυτη στον άνθρωπο τάση να παίζει, και οι διάφορες πολιτισμικές μορφές, από το δίκαιο και την φιλοσοφία ώς την ποίηση και την τέχνη, μπορούν να κατανοηθούν ως εκδηλώσεις ή μεταμορφώσεις της θεμελιώδους ορμής προς το παιχνίδι. Μέσα από το πρίσμα τούτο αναλύεται πλήθος ιστορικού, εθνολογικού και φιλολογικού υλικού, ενώ συνάμα διανοίγονται προοπτικές για την βαθύτερη σύλληψη της πορείας και της εξέλιξης του πολιτισμού στο σύνολό του.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
hf- Επισκέπτης
Η Παρακμή του Παιγνιδιού
Παιγνίδια τηλεοπτικά, παιγνίδια ανταγωνιστικά, παιγνίδια όπου γίνεται θέαμα το κυνήγι του κέρδους, όπου ο χαφιεδισμός, το κάρφωμα, η κατάργηση του αντιπάλου εμφανίζεται ως παιγνιώδης διάθεση. Είναι φανερό, βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή των παιγνιδιών, σε μια νέα εποχή της ανθρώπινης διάθεσης για παιγνίδι, αν μπορούμε να πούμε πως υπάρχει ακόμη.
Είναι χαρακτηριστικό των καιρών: πολλά κοινωνικά επιτεύγματα, πολλές κοινωνικές - δηλαδή, συλλογικές - δραστηριότητες χάνονται από το προσκήνιο, ή αλλοιώνονται σε σημείο ώστε να γίνονται αγνώριστα, ενώ, ταυτοχρόνως διατηρείται το όνομά τους, η ετικέτα τους. Το παιγνίδι, "ουσιώδες στοιχείο όλων των πολιτισμικών μορφών", όπως επισημαίνει ο ιστορικός Γιόχαν Χουϊζίνγκα στο κορυφαίο έργο "Homo Ludens, Ο Άνθρωπος και το Παιγνίδι" (μτφρ. Στέφανος Ροζάνης και Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδ. Γνώση), χάνει στην εποχή μας τα βασικά γνωρίσματά του και γίνεται ένας ακόμη μοχλός άσκησης ελέγχου και καταπίεσης.
Σύμφωνα με τον Ροζέ Καγιουά (1913-1978), έξι είναι τα γνωρίσματα που οριοθετούν την παιγνιακή δραστηριότητα: το ότι είναι ελεύθερη, διαχωρισμένη από την τρέχουσα ζωή, αβέβαιη ως προς την έκβασή της, μη-παραγωγική, ρυθμισμένη από κανόνες, μυθοπλαστική. Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον μελέτημά του, που κυκλοφόρησε προσφάτως στα ελληνικά, "Τα Παιγνίδια και οι Άνθρωποι" (μτφρ. Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), ο Καγιουά συστηματοποιεί τα πορίσματα του Χουϊζίνγκα και, επιχειρώντας μία διορατική κοινωνιολογική προσέγγιση, τονίζει: "Δεν είναι παράλογο να επιχειρήσουμε μια διάγνωση ενός πολιτισμού με βάση τα παιγνίδια που ευημερούν ιδιαίτερα στα πλαίσιά του. Πράγματι, εάν τα παιγνίδια είναι παράγοντες και εικόνες κουλτούρας, προκύπτει ότι, σε κάποιο βαθμό, ένας πολιτισμός (και μέσα σ' έναν πολιτισμό, μια δεδομένη εποχή) μπορεί να χαρακτηρίζεται από τα παιγνίδια του. Εκφράζουν αναγκαστικά τη γενική φυσιογνωμία του και προσφέρουν χρήσιμες ενδείξεις για τις προτιμήσεις, τις αδυναμίες και τις δυνάμεις μιας συγκεκριμένης κοινωνίας σε μια δεδομένη στιγμή της εξέλιξής του".
Κυνηγητό κέρδους
Στην εποχή μας παρατηρείται μια γιγαντιαία, ιλιγγιώδης, επικίνδυνη (αλλά και φαιδρή, καταγέλαστη) αλλοίωση όλων των γνωρισμάτων της παιγνιακής δραστηριότητας. Από μη-παραγωγικό, αντι-οικονομικό, το παιγνίδι γίνεται κυνηγητό του κέρδους. Χάνει τον ζωτικό χώρο του, το πεδίο του, και συρρικνώνεται σε δύο διαστάσεις (αυτές της οθόνης). Το στοιχείο του χρόνου περιορίζεται ολοένα και περισσότερο, καθιστώντας το παιγνίδι απλώς μια επίδειξη γερών αντανακλαστικών, συνήθως καταργώντας την σκέψη, την δυνατότητα εκδίπλωσης δεξιοτήτων, χαρισμάτων, προσόντων. Το γέλιο χάνεται, τη θέση του την παίρνει το άγχος. Η μυθοπλασία εξανεμίζεται, το παιγνίδι παύει να είναι ένα είδος δημιουργικής (ή έστω: εκτονωτικής) φυγής από την τρέχουσα πραγματικότητα, και γίνεται, απεναντίας, μοχλός εξαναγκαστικής προσαρμοχής σε αυτήν. Δεν είναι τυχαίο ότι οι συντριπτικά περισσότερες ερωτήσεις στα τηλεπαιγνίδια "γνώσεων" ("Θησαυροφυλάκιο". "Πώς να γίνετε εκατομμυριούχος", "Αδύναμος κρίκος", κτλ) αντλούνται, πολλές φορές γελοιωδώς, από την επικαιρότητα της στιγμής: οι παίκτες οφείλουν να ξέρουν ονόματα αστέρων του πενταγράμμου, του ποδοσφαίρου, της μικρής οθόνης - αλλά και τα οικογενειακά τους, τις προτιμήσεις τους, τα χόμπι τους, τις τελευταίες "δουλειές" τους.
Τέλος, το παιγνίδι χάνει τη συλλογικότητά του. Όλο και πιο πολύ, οι άνθρωποι "παίζουν" μόνοι τους. Ο αντίπαλος δεν είναι ένας άλλος άνθρωπος, τα παιγνίδια δεν είναι ομαδικά. Ο αντίπαλος είναι η οθόνη. Και ο παίκτης είναι αεροστεγώς συσκευασμένος, εγκλωβισμένος, σε έναν μηχανισμό "τεχνητής πραγματικότητας" (που όσο "τεχνητή" κι αν είναι, εντέλει χρησιμεύει στο να εξοικειώσει, να προσαρμόσει, τον παίκτη με την τρέχουσα πραγματικότητα, μάλλον με δύο συγκεκριμένες πτυχές της, που τείνουν να κατακλύσουν όλο το κοινωνικό πεδίο: την εξουσία και την οικονομία). Το άνομο των τζογαδόρικων "φρουτακίων" δεν είναι η έλλειψη κρατικού ελέγχου, αλλά ο έλεγχος της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Νοσταλγία του παιγνιδιού
Σαν μία πολύ χαριτωμένη απάντηση στις τάσεις αφανισμού της ουσίας του παιγνιδιού στη σύγχρονη κοινωνία, έρχεται ο εξαιρετικά κομψός τόμος "Χάριν Παιδιάς" (εκδόσεις Ίκαρος), όπου ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Ε. Γ. Ασλανίδης, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιώργος Βέλτσος, ο Αλέκος Φασιανός, η Κική Δημουλά, και άλλοι, μιλούν με νοσταλγία, υγιέστατη και ψυχωφελέστατη, για το παιγνίδι. Ο αξιέπαινος σχεδιασμός και η επιμέλεια της έκδοσης ανήκουν στην ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου. Και μόνο το θαυμάσιο τυρκουάζ αυτοκινητάκι με την λευκή σκεπή αξίζει την απόκτηση αυτού του τόμου.
1. Γιόχαν Χουϊζίνγκα: Homo Ludens, Ο Άνθρωπος και το Παιγνίδι, μτφρ. Στέφανος Ροζάνης και Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Γνώση.
2. Ροζέ Καγιουά: Τα Παιγνίδια και οι Άνθρωποι, μτφρ. και εισαγωγή, Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
3. Ιουλίτα Ηλιοπούλου (σχεδιασμός και επιμέλεια): Χάριν Παιδιάς, εκδόσεις Ίκαρος.
Πόπη Διαμαντάκου
Είναι χαρακτηριστικό των καιρών: πολλά κοινωνικά επιτεύγματα, πολλές κοινωνικές - δηλαδή, συλλογικές - δραστηριότητες χάνονται από το προσκήνιο, ή αλλοιώνονται σε σημείο ώστε να γίνονται αγνώριστα, ενώ, ταυτοχρόνως διατηρείται το όνομά τους, η ετικέτα τους. Το παιγνίδι, "ουσιώδες στοιχείο όλων των πολιτισμικών μορφών", όπως επισημαίνει ο ιστορικός Γιόχαν Χουϊζίνγκα στο κορυφαίο έργο "Homo Ludens, Ο Άνθρωπος και το Παιγνίδι" (μτφρ. Στέφανος Ροζάνης και Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδ. Γνώση), χάνει στην εποχή μας τα βασικά γνωρίσματά του και γίνεται ένας ακόμη μοχλός άσκησης ελέγχου και καταπίεσης.
Σύμφωνα με τον Ροζέ Καγιουά (1913-1978), έξι είναι τα γνωρίσματα που οριοθετούν την παιγνιακή δραστηριότητα: το ότι είναι ελεύθερη, διαχωρισμένη από την τρέχουσα ζωή, αβέβαιη ως προς την έκβασή της, μη-παραγωγική, ρυθμισμένη από κανόνες, μυθοπλαστική. Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον μελέτημά του, που κυκλοφόρησε προσφάτως στα ελληνικά, "Τα Παιγνίδια και οι Άνθρωποι" (μτφρ. Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), ο Καγιουά συστηματοποιεί τα πορίσματα του Χουϊζίνγκα και, επιχειρώντας μία διορατική κοινωνιολογική προσέγγιση, τονίζει: "Δεν είναι παράλογο να επιχειρήσουμε μια διάγνωση ενός πολιτισμού με βάση τα παιγνίδια που ευημερούν ιδιαίτερα στα πλαίσιά του. Πράγματι, εάν τα παιγνίδια είναι παράγοντες και εικόνες κουλτούρας, προκύπτει ότι, σε κάποιο βαθμό, ένας πολιτισμός (και μέσα σ' έναν πολιτισμό, μια δεδομένη εποχή) μπορεί να χαρακτηρίζεται από τα παιγνίδια του. Εκφράζουν αναγκαστικά τη γενική φυσιογνωμία του και προσφέρουν χρήσιμες ενδείξεις για τις προτιμήσεις, τις αδυναμίες και τις δυνάμεις μιας συγκεκριμένης κοινωνίας σε μια δεδομένη στιγμή της εξέλιξής του".
Κυνηγητό κέρδους
Στην εποχή μας παρατηρείται μια γιγαντιαία, ιλιγγιώδης, επικίνδυνη (αλλά και φαιδρή, καταγέλαστη) αλλοίωση όλων των γνωρισμάτων της παιγνιακής δραστηριότητας. Από μη-παραγωγικό, αντι-οικονομικό, το παιγνίδι γίνεται κυνηγητό του κέρδους. Χάνει τον ζωτικό χώρο του, το πεδίο του, και συρρικνώνεται σε δύο διαστάσεις (αυτές της οθόνης). Το στοιχείο του χρόνου περιορίζεται ολοένα και περισσότερο, καθιστώντας το παιγνίδι απλώς μια επίδειξη γερών αντανακλαστικών, συνήθως καταργώντας την σκέψη, την δυνατότητα εκδίπλωσης δεξιοτήτων, χαρισμάτων, προσόντων. Το γέλιο χάνεται, τη θέση του την παίρνει το άγχος. Η μυθοπλασία εξανεμίζεται, το παιγνίδι παύει να είναι ένα είδος δημιουργικής (ή έστω: εκτονωτικής) φυγής από την τρέχουσα πραγματικότητα, και γίνεται, απεναντίας, μοχλός εξαναγκαστικής προσαρμοχής σε αυτήν. Δεν είναι τυχαίο ότι οι συντριπτικά περισσότερες ερωτήσεις στα τηλεπαιγνίδια "γνώσεων" ("Θησαυροφυλάκιο". "Πώς να γίνετε εκατομμυριούχος", "Αδύναμος κρίκος", κτλ) αντλούνται, πολλές φορές γελοιωδώς, από την επικαιρότητα της στιγμής: οι παίκτες οφείλουν να ξέρουν ονόματα αστέρων του πενταγράμμου, του ποδοσφαίρου, της μικρής οθόνης - αλλά και τα οικογενειακά τους, τις προτιμήσεις τους, τα χόμπι τους, τις τελευταίες "δουλειές" τους.
Τέλος, το παιγνίδι χάνει τη συλλογικότητά του. Όλο και πιο πολύ, οι άνθρωποι "παίζουν" μόνοι τους. Ο αντίπαλος δεν είναι ένας άλλος άνθρωπος, τα παιγνίδια δεν είναι ομαδικά. Ο αντίπαλος είναι η οθόνη. Και ο παίκτης είναι αεροστεγώς συσκευασμένος, εγκλωβισμένος, σε έναν μηχανισμό "τεχνητής πραγματικότητας" (που όσο "τεχνητή" κι αν είναι, εντέλει χρησιμεύει στο να εξοικειώσει, να προσαρμόσει, τον παίκτη με την τρέχουσα πραγματικότητα, μάλλον με δύο συγκεκριμένες πτυχές της, που τείνουν να κατακλύσουν όλο το κοινωνικό πεδίο: την εξουσία και την οικονομία). Το άνομο των τζογαδόρικων "φρουτακίων" δεν είναι η έλλειψη κρατικού ελέγχου, αλλά ο έλεγχος της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Νοσταλγία του παιγνιδιού
Σαν μία πολύ χαριτωμένη απάντηση στις τάσεις αφανισμού της ουσίας του παιγνιδιού στη σύγχρονη κοινωνία, έρχεται ο εξαιρετικά κομψός τόμος "Χάριν Παιδιάς" (εκδόσεις Ίκαρος), όπου ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Ε. Γ. Ασλανίδης, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιώργος Βέλτσος, ο Αλέκος Φασιανός, η Κική Δημουλά, και άλλοι, μιλούν με νοσταλγία, υγιέστατη και ψυχωφελέστατη, για το παιγνίδι. Ο αξιέπαινος σχεδιασμός και η επιμέλεια της έκδοσης ανήκουν στην ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου. Και μόνο το θαυμάσιο τυρκουάζ αυτοκινητάκι με την λευκή σκεπή αξίζει την απόκτηση αυτού του τόμου.
1. Γιόχαν Χουϊζίνγκα: Homo Ludens, Ο Άνθρωπος και το Παιγνίδι, μτφρ. Στέφανος Ροζάνης και Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Γνώση.
2. Ροζέ Καγιουά: Τα Παιγνίδια και οι Άνθρωποι, μτφρ. και εισαγωγή, Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
3. Ιουλίτα Ηλιοπούλου (σχεδιασμός και επιμέλεια): Χάριν Παιδιάς, εκδόσεις Ίκαρος.
Πόπη Διαμαντάκου
hf- Επισκέπτης
Ο J.Huizinga και το παιχνίδι.
Johan Huizinga(1872-1945). Ολλανδός ιστορικός
του πολιτισμού. Το 1915 έγινε καθηγητής στην έδρα
Γενικής Ιστορίας στο Leyden. Το 1942 κλείστηκε από
τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής σε στρατόπεδο
συγκέντρωσης.
Πέθανε εκτοπισμένος τον Φεβρουάριο του 1945.
Ο Ολλανδός ιστορικός του πολιτισμού Γιόχαν Χουϊζίνγκα, στο “ο άνθρωπος και το παιχνίδι”¹(“homo Ludens”, ο παίζων άνθρωπος, από το λατινικό ludi, παιχνίδια), που το έγραψε το 1938, θεωρεί το παιχνίδι μια λειτουργία παράλληλη και εξ ίσου σπουδαία με αυτήν του λογίζεσθαι και του κατασκευάζειν, προειδοποιώντας μας όμως ότι είναι λάθος να θεωρεί κανείς την ανθρώπινη δραστηριότητα στο σύνολό της “παιχνίδι”. Έτσι δίπλα στους χαρακτηρισμούς του homo sapiens και του homo faber έχει μια θέση και ο χαρακτηρισμός homo Ludens.
Για τον Χουϊζίνγκα το παιχνίδι είναι αρχαιότερο από τον πολιτισμό μιας και τα ζώα δεν περίμεναν να έλθει ο άνθρωπος για να τα μάθει να παίζουν. Τα ζώα παίζουν ακριβώς όπως και οι άνθρωποι. Τα κουτάβια προσκαλούν το ένα το άλλο στο παιχνίδι με μια ορισμένη τελετουργικότητα η οποία εκδηλώνεται στη διάθεση και τις κινήσεις τους. Τηρούν τον κανόνα να μη δαγκώνουν ή να μη δαγκώνουν δυνατά το αυτί του αδελφού τους. Παριστάνουν ότι είναι πολύ αγριεμένα. Και -το σπουδαιότερο- είναι ολοφάνερο πως διασκεδάζουν και χαίρονται τρομερά με όλα αυτά τα καμώματα. Και υπάρχουν άλλες πολύ πιο ανεπτυγμένες μορφές. Κανονικοί αγώνες και ωραίες παραστάσεις μπροστά σε ένα κοινό που θαυμάζει.
Είναι δηλαδή κάτι περισσότερο από μια απλή φυσιολογική λειτουργία ή αντίδραση, ένα απλό ένστικτο. Περισσότερο είναι μια σημαίνουσα λειτουργία, υπάρχει δηλαδή κάποιο νόημα σ' αυτήν. Μια λειτουργία με μεγάλη σπουδαιότητα μέσα στο διάγραμμα της ζωής, με μια δυσκολία όμως να καθορισθεί η ακριβής φύση και σημασία της. Είναι εκφόρτιση υπερεκχυλίζουσας ζωικής ενέργειας, ικανοποίηση κάποιου μιμητικού ενστίκτου, ανάγκη εκγύμνασης του νεαρού πλάσματος, εξάσκηση αυτοκυριαρχίας, άσκηση ικανοτήτων στην αναμέτρηση με τους άλλους για να συντηρήσει το αίσθημα της προσωπικής αξίας, εκτόνωση βλαβερών ενορμήσεων;
Και η ευθυμία του παιχνιδιού τι είναι; Γιατί το μωρό ξεφωνίζει από απόλαυση; Γιατί ο τζογαδόρος χάνεται μέσα στο πάθος του; Γιατί ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων ερεθίζεται μέχρι μανίας σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα;
Η Αγγλική λέξη fun αποδίδει καλύτερα από κάθε άλλη αυτή την έννοια. Αυτό το στοιχείο του fun(ευθυμία) χαρακτηρίζει την ουσία του παιχνιδιού.
Το παιχνίδι είναι μια εκούσια δραστηριότητα. Ένα κύριο χαρακτηριστικό του παιχνιδιού είναι ότι είναι ελεύθερο. Δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα καταναγκασμού.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι το παιχνίδι είναι ένα πέρασμα από την πραγματική ζωή σε μια προσωρινή σφαίρα δραστηριότητας, με εντελώς δική της διάταξη, έξω από τη σφαίρα του καλού και του κακού, με απόλυτη επίγνωση ότι αυτό γίνεται “στα ψέματα” ή “στ' αστεία”. Αυτό δεν το εμποδίζει να εξελίσσεται με πλήρη σοβαρότητα. Το στοιχείο της έντασης παίζει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο. Η ένταση σημαίνει αβεβαιότητα, ανοιχτές δυνατότητες. Το τέλος του παιχνιδιού είναι και το τέλος της αβεβαιότητας.
Το τρίτο χαρακτηριστικό του είναι η απομόνωσή του, ο περιορισμένος χαρακτήρας του. Παίζεται μέσα σε ορισμένα χρονικά και τοπικά όρια. Παίζεται μέχρι να φτάσει στο τέλος και υπάρχει περιορισμός ως προς το χώρο. Ο στίβος, το τραπέζι της τράπουλας, ο μαγικός κύκλος, ο ναός, η σκηνή, η οθόνη, το γήπεδο κλπ αποτελούν τα πεδία του παιχνιδιού, δηλαδή απογορευμένοι, απομονωμένοι, περιφραγμένοι, καθαγιασμένοι χώροι μέσα στους οποίους ισχύουν ειδικοί κανόνες. Προσωρινοί κόσμοι μέσα στο συνήθη κόσμο τέλεσης μιας πράξης ανεξάρτητητης από τον πρακτικό βίο.
Το παιχνίδι δημιουργεί τάξη, αποτελεί τάξη. Κομίζει σε έναν ατελή κόσμο μια προσωρινή, περιορισμένη τελειότητα. Το παιχνίδι επιτάσσει απόλυτη και υπέρτατη τάξη. Η ελάχιστη απόκλιση απ' αυτήν “χαλάει το παιχνίδι”. Γι αυτό μοιάζει να ανήκει στο πεδίο της αισθητικής. Το παιχνίδι έχει την τάση να είναι ωραίο. Σαν μια ορμέμφυτη τάση για τη δημιουργία αρμονικών μορφών, η οποία εμπνέει το παιχνίδι από κάθε άποψη. Το παιχνίδι ασκεί επάνω μας μια μαγεία, είναι μαγευτικό, σαγηνευτικό. Είναι προικισμένο με τον ρυθμό και την αρμονία, τις ευγενέστερες ιδιότητες που μπορούμε να αντιληφθούμε στα πράγματα.
Οι κανόνες αποτελούν έναν πολύ σημαντικό παράγοντα στην έννοια του παιχνιδιού. Είναι απολύτως δεσμευτικοί και δεν επιτρέπουν αμφισβήτηση. Αποτελούν “αδιάσειστη αλήθεια”. Αυτό δείχνει και τον εύθραυστο χαρακτήρα του παιχνιδιού. Η συνέπειες της παραβίασης είναι κάτι περισσότερο απο την τιμωρία. Η άρνηση των κανόνων είναι διάλυση της μαγείας του παιχνιδιού.
Έτσι αν θεωρήσουμε το παιχνίδι ότι αποτελεί μια δοκιμασία, επίδειξη των ικανοτήτων του παίκτη, των σωματικών και πνευματικών του δυνάμεων και άσκηση αυτών των ικανοτήτων, παράλληλα είναι και μια δοκιμασία της εντιμότητάς του, διότι παρά τη φλογερή επιθυμία του να νικήσει μένει προσκολλημένος στους κανόνες του παιχνιδιού.
Το παιχνίδι είναι και επίδειξη ικανοτήτων, γι αυτό και το ευχάριστο αίσθημα της ικανοποίησης μεγαλώνει με την παρουσία θεατών. Σε όλα τα παιχνίδια έχει μεγάλη σημασία να μπορεί να καυχηθεί ο παίχτης για την επιτυχία του. Το στοιχείο της επίδειξης υπάρχει για παράδειγμα και στο παγώνι και τον διάνο που επιδεικνύουν το φανταχτερό πτέρωμά τους στα θηλυκά για να προκαλέσουν τον θαυμασμό τους. Ή το παιδί όταν παίζει φτιάχνει μια εικόνα του εαυτού του από κάτι διαφορετικό, πιο ωραίο ή πιο επικίνδυνο απ' ότι συνήθως είναι, κάποιον μεγάλο, δάσκαλο, μπαμπά, ποδοσφαιριστή ή κάποιον ήρωα κλπ.
Όταν το παιχνίδι παίρνει τη μορφή τελετουργιών μπορεί να έχει και μια ατμόσφαιρα μυστικότητας που αυξάνει τη χάρη του παιχνιδιού. Αυτό είναι για μας, όχι για τους άλλους.
Leo Frobenius(1873-1938).
Γερμανός εθνολόγος, από τους σημαντικότερους
μελετητές της ιστορίας και των εθίμων της Αφρικής.
Οι μέθοδοί του επηρέασαν ριζικά τις απόψεις για τους
τρόπους διάδοσης των πολιτισμών από ενιαία κέντρα
που μπορούν να προσδιοριστούν με σαφήνεια.
Στις ιερές τελετουργίες του αρχαϊκού πολιτισμού υπάρχει έντονο το στοιχείο του παίζειν. Η τελετουργική πράξη αναπαριστά ένα κοσμικό συμβάν, ένα γεγονός μέσα στη διαδικασία της φύσης. Οι συμμετέχοντες στην τελετουργική πράξη συμμετέχουν στο ίδιο συμβάν που αναπαριστάται. Δεν είναι μια απλή μίμηση του συμβάντος. Ο Leo Frobenius θεωρεί ότι ο αρχαϊκός άνθρωπος πραγματοποιεί εκ νέου, αναδημιουργεί την κοσμική τάξη. Αναπαριστώντας ένα κοσμικό συμβάν, υποχρεώνει τους θεούς να το προκαλέσουν πραγματικά. Για τον Frobenius στον αρχαϊκό άνθρωπο η εμπειρία της ζωής παίρνει τη μορφή ενός συναισθήματος έκστασης, ο άνθρωπος είναι συνεπαρμένος, γοητευμένος, μεγεμένος. “Η δημιουργική δύναμη σ' ένα λαό, όπως και στο παιδί ή σε κάθε δημιουργικό πρόσωπο, πηγάζει από αυτή την κατάσταση, του να είναι συνεπαρμένος. Ο άνθρωπος συναρπάζεται από την αποκάλυψη της μοίρας. Η πραγματικότητα του φυσικού ρυθμού της γένεσης και του αφανισμού έχει συνεπάρει τη συνείδησή του, και τούτο αναπόφευκτα και αντανακλαστικά, τον οδηγεί να αναπαραστήσει τη συγκίνηση αυτή με μία πράξη”. Το ρίγος, ο συγκλονισμός από το φαινόμενο της ζωής και της φύσης συμπυκνώνεται με μια αυτόματη αντίδραση, σε ποιητική έκφραση και τέχνη. Σύμφωνα με την περιγραφή του Frobenius, το παιχνίδι και η αναπαράσταση χρησιμεύουν για να αναπαραστήσουν ένα κοσμικό γεγονός και έτσι να το προκαλέσουν. Έτσι υπεισέρχεται αναπόφευκτα και ένα ορθολογικό στοιχείο. Η δραματοποίηση της τελετουργίας οφείλεται στον συγκλονισμό που προκαλεί το κοσμικό συμβάν.
Η τελετουργική πράξη έχει όλα τα στοιχεία ενός παιχνιδιού. Ο ίδιος ο Πλάτωνας το δεχόταν αυτό. Θεωρούσε όλα τα ιερά στην κατηγορία του παιχνιδιού. Στους Νόμους λέει:
“πρέπει να ζει κανείς τη ζωή σαν παιχνίδι, παίζοντας ορισμένα παιχνίδια, προσφέροντας θυσίες, τραγουδώντας και χορεύοντας, και τότε θα μπορέσει να εξευμενίσει τους θεούς, να υπερασπίσει τον εαυτό του από τους εχθρούς του και να νικήσει στον αγώνα”.
Η άποψη του Πλάτωνα για το παιχνίδι είναι πως όλα τα νεαρά πλάσματα δεν μπορούν να κρατήσουν σε ησυχία ούτε το σώμα τους ούτε τη φωνή τους, πως πρέπει διαρκώς να κινούνται και να θορυβούν, αναζητώντας τη χαρά, χοροπηδώντας και βγάζοντας κάθε είδους φωνές. Αλλά ενώ όλα τα άλλα πλάσματα δεν γνωρίζουν τη διάκριση ανάμεσα στην τάξη και στην αταξία, η οποία ονομάζεται ρυθμός και αρμονία, σε μας τους ανθρώπους οι ίδιοι εκείνοι θεοί μας εξασφαλίζουν την αίσθηση του ρυθμού και της αρμονίας που συνοδεύεται μόνιμα από ευδαιμονία. “Ότι δεν έχει ούτε χρησιμότητα, ούτε αλήθεια, ούτε μορφή, ούτε είναι όμως ως προς τα αποτελέσματά του βλαβερό, μπορεί κάλλιστα να κριθεί με το κριτήριο της χάριτος που ενέχει και με την ηδονή που παρέχει. Μια τέτοια ηδονή, η οποία δεν ενέχει αξιόλογο καλό ή κακό, είναι το παιχνίδι, η παιδιά”.(Πλάτων, Νόμοι Β).
Κάθε ιεροπραξία έχει έναν ιερό τόπο. Η μυσταγωγία και το μυστήριο προϋποθέτουν έναν καθαγιασμένο τόπο. Επειδή όλες οι τελετουργίες είχαν σχέση με τη μαγεία και την επίκληση ισχυρών δυνάμεων, θεών, δαιμόνων κλπ, ο ιερός τόπος έχει την έννοια ότι είναι προφυλαγμένος από την επίδραση κακών δαιμόνων, όπως και ο μάγος με τον κύκλο που χαράζει αποκλείει τα ανεπιθύμητα πνεύματα, δαίμονες να εισέλθουν σ' αυτόν. Ο καθορισμό ενός χώρου για τελετουργία είναι παρόμοιος με τον καθορισμό ενός τόπου για το καθ' αυτό παιχνίδι.
Είναι εντυπωσιακές οι ομοιότητες του παιχνιδιού με τις τελετουργίες. Το ιερό γεγονός τιμάται μια ιερή μέρα. Εκείνη τη μέρα η κανονική ζωή αναστέλλεται. Συμπόσια, γλέντια και αχαλίνωτα ξεφαντώματα γίνονται όσο διαρκεί η γιορτή. Αυτό γινόταν και στις εορταστικές εκδηλώσεις στην αρχαία Ελλάδα ή στις αφρικανικές θρησκείες ή και σήμερα. Παρ' όλη τη σοβαρότητα της εορτής, κυριαρχούν η ευθυμία και η χαρά. Επίσης συνδέονται με το χορό.
Η πνευματική κατάσταση των συμμετεχόντων στις αρχαίες τελετουργίες δεν είναι μια κατάσταση ολοκληρωτικής ψευδαίσθησης. Οι άνθρωποι δεν μοιάζουν να νοιώθουν κανένα φόβο για τα πνεύματα που θεωρούν ότι πλανώνται γύρω τους σ' όλη τη διάρκεια της γιορτής. Παρ' όλο που δημιουργούν τους θορύβους που αναγγέλουν την έλευση των πνευμάτων, σείουν τις ροκάνες για να τα διώξουν κλπ. Ο πρωτόγονος είναι τόσο καλός ηθοποιός που μπορεί και απορροφάται από το ρόλο του, όπως ένα παιδί στο παιχνίδι και επίσης όπως ένα παιδί, ένας καλός θεατής μπορεί να τρομάξει έως θανάτου από ένα βρυχηθμό, παρ' όλο που ξέρει ότι δεν προέρχεται από πραγματικό λιοντάρι.
Η ταύτιση μεταξύ δύο πραγμάτων διαφορετικής τάξης, δεν αποτελεί μια συμβολική αντιστοιχία όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε. Αποτελεί μια μυστική ενότητα. Το ένα έχει γίνει το άλλο. Ο άγριος στο μαγικό του χορό έχει γίνει το άγριο ζώο που υποδύεται. Στο παιχνίδι όπως το αντιλαμβανόμαστε, η διάκριση ανάμεσα στην πίστη και την προσποίηση παύει να υπάρχει. Έτσι η αρχαϊκή ιεροτελεστία, είναι ιερό παιχνίδι, απαραίτητο για την ευημερία της κοινότητας, αλλά πάντα παιχνίδι με την έννοια που του έδωσε ο Πλάτων.
Ο αγώνας και το παιχνίδι. Οι Έλληνες διέκριναν τον αγώνα από την παιδιά. Η λέξη αγών προϋποθέτει τη συνάθροιση, μιας και έχει σχέση με την αγορά. Υπάρχει όμως ουσιαστική ταυτότητα αγώνα με την παιδιά, ακόμη και αν στα ολυμπιακά αθλήματα υπήρξαν μονομαχίες μέχρι θανάτου.
Παιχνίδι και δίκαιο. Η απονομή της δικαιοσύνης έχει χαρακτηριστικά παιχνιδιού που συνδέονται όμως περισσότερο με τελετουργία, όταν τη δικαιοσύνη ασκούσε ο μάγος της φυλής. Τελετουργία με την έννοια ότι ταυτίζεται με τους κανόνες της φυλής που δεν μπορούν να παραβιασθούν. Ο νομικός αγώνας έχει ένα σύνολο αυστηρών περιοριστικών κανόνων. Είχε χαρακτηριστικά αγώνα για νίκη. Με τους σοφιστές και την ανάπτυξη της ρητορικής τέχνης, ήταν επίδειξη επιδεξιότητας. Ο Πλάτων στον Σοφιστή κατατάσσει αυτή την τέχνη μαζί με τη στρατιωτική βία, τη ληστεία και την τυραννία, σ' αυτό που ονομάζει ανθρωποκυνηγητό.
Παιχνίδι και πόλεμος. Στην αρχαιότητα, αν εξαιρέσουμε τους πολέμους που γινόταν εναντίον φυλών που τις θεωρούσαν “κατώτερες φυλές χωρίς νόμους” , δαιμόνων κλπ, που έπαιρναν τα χαρακτηριστικά ολοκληρωτικού πολέμου, όταν γινόταν μεταξύ ίσων ή ανταγωνιστών με τα ίδια δικαιώματα, όπως πχ οι πόλεμοι μεταξύ των Ελληνικών πόλεων, είχαν και χαρακτηριστικά παιγνιδιού, αγώνα, με την έννοια της ύπαρξης αυστηρών κανόνων, με διαιτητή, καθορισμό του πεδίου της σύγκρουσης, ως ανταγωνιστές που διεκδικούν κάτι στο οποίο αισθάνονται ότι έχουν δικαίωμα. Για παράδειγμα ο πόλεμος ανάμεσα στη Χαλκίδα και την Ερέτρια στον 7ο πΧ αιώνα, είχε εξ ολοκλήρου τα χαρακτηριστικά αγωνίσματος. Μια επίσημη συμφωνία όπου διατυπώνονταν οι κανόνες είχε κατατεθεί προηγουμένως στο ναό της Αρτέμιδας. Εκεί οριζόταν ο χρόνος και ο τόπος της αναμέτρησης. Απαγορεύονταν όλα τα όπλα για μάχη εξ αποστάσεως, ακόντια, βέλη, σφεντόνες, επιτρέπονταν μόνο το ξίφος και το δόρυ.
Οι Γιαπωνέζοι Σαμουράι επίσης, είχαν την αντίληψη πως ότι ήταν σοβαρό για τον κοινό άνθρωπο, δεν ήταν παρά ένα παιχνίδι για τον ανδρείο πολεμιστή. Η αυτοκυριαρχία μπροστά στον κίνδυνο και το θάνατο είναι γι αυτόν ύψιστη επιταγή. Ο ανταγωνισμός υβρεολογίας που συναντάμε σε άλλες συγκρούσεις(μέσο για ανύψωση του ηθικού μέσω του θυμού ή πρόκλησης φόβου στον αντίπαλο), εδώ αντικαθίσταται με την ελεγχόμενη ιπποτική συμπεριφορά και καρτερικότητα. Ένα σημείο του ηρωϊσμού είναι και η πλήρης περιφρόνηση για όλα τα υλικά πράγματα. Συχνά ένας Γιαπωνέζος ευγενής έδειχνε τη μόρφωση και την καλλιέργειά του με το να υποκρίνεται πως αγνοεί την αξία των νομισμάτων.
Παιχνίδι και γνώση. Για τον αρχαϊκό άνθρωπο το πράττειν και το τολμάν είναι δύναμη, αλλά το γνωρίζειν είναι μαγική δύναμη. Κάθε γνώση συνδέεται με την ίδια την κοσμική τάξη.
Η κοσμική τάξη απασχόλησε από νωρίς τον άνθρωπο. Η πειραματική ψυχολογία έδειξε ότι ένα μεγάλο μέρος των ερωτήσεων που κάνει το παιδί είναι κοσμολογικής φύσεως. Το αίνιγμα ήταν ένα ιερό παιχνίδι, με αγώνες αινιγμάτων, ένα τελετουργικό στοιχείο ύψιστης σημασίας, γεμάτο μυστική δύναμη.
Στη φωνή των πρώτων φιλοσόφων κυριαρχεί η προφητεία και η έκσταση. Αναφέρονται στην αρχή και τη φύση των πραγμάτων. Οι λύσεις δεν έρχονται από τη σκέψη και την επιχειρηματολογία αλλά από εκλάμψεις ενοράσεως.
Παιχνίδι και ποίηση. Η ποίηση είναι μια λειτουργία παιχνιδιού. Παραμένει προσκολλημένη εκεί όπου και γεννήθηκε, στη σφαίρα του παιχνιδιού. Για να καταλάβουμε την ποίηση πρέπει να μπορούμε να ντυθούμε την ψυχή του παιδιού σαν μαγικό μανδύα και να αρνηθούμε τη μαγική σοφία για χάρη της σοφίας του παιχνιδιού. Όλη η αρχαία ποίηση είναι ταυτόχρονα τελετουργία, ψυχαγωγία, καλλιτεχνία,δημιουργία αινιγμάτων, θεωρία, πειθώ, μαγεία, μαντεία, προφητεία και άμιλλα. Όλα τα έπη είναι σε έμμετρη μορφή. Περιέχουν το ρυθμό των τελετουργιών και της επίκλησης των ισχυρών πνευμάτων. Στις τελετουργίες γεννήθηκε η ποίηση όπως και η μουσική. Μαζί με την κίνηση και τον χορό. Είναι ένα ιερό παιχνίδι αλλά κλίνοντας ακόμα και μέσα στην ιερότητα τη χαρούμενη ανεμελιά, τη φαιδρότητα και την ευθυμία. Η ποίηση προηγήθηκε παντού από τον πεζό λόγο. Για την έκφραση σοβαρών και ιερών πραγμάτων, η ποίηση αποτελεί το μόνο κατάλληλο μέσο. Για μια κοινωνία χωρίς βιβλία ήταν πιο εύκολο να απομνημονεύσει τα κείμενά της μ' αυτό τον τρόπο. Υπάρχει όμως και ένας βαθύτερος λόγος, ότι η ίδια η ζωή είναι ας πούμε δομημένη σαν σε μέτρο και σε στροφές. Ακόμη και το 1868 οι Ιάπωνες συνήθιζαν να συνθέτουν το σπουδαιότερο μέρος ενός κρατικού εγγράφου σε στίχους.
Η ονομασία του αρχαϊκού ποιητή στη λατινική ορολογία είναι vates, από το Κελτικό βάρδος, που είναι ταυτόχρονα και ο προφήτης, ο κατεχόμενος, ο θεόπληκτος, ο μαινόμενος. Οι πρώτοι Έλληνες ποιητές έχουν μια λειτουργία καθαρά κοινωνική, μιλούν ως οι παιδαγωγοί και σύμβουλοι.
Ολόκληρη η ποίηση γεννιέται από το παιχνίδι. Από το ιερό παιχνίδι της λατρείας, το χαρούμενο παιχνίδι της ερωτοτροπίας, το πολεμικό παιχνίδι του αγώνα, το εριστικό παιχνίδι της καυχησιολογίας, του χλευασμού και της λοιδορίας, το εύστροφο παιχνίδι της ευφυΐας και της ετοιμότητας.
Ο τρόπος που διαχειρίζεται η ποιητική γλώσσα τις λέξεις είναι σαν να παίζει μαζί τους. Τις διευθετεί με ορισμένο τρόπο, ενσταλάζει μέσα τους μυστήριο.
Διακρίνουμε τρεις μεγάλες κατηγορίες ποίησης σύμφωνα με τα αθάνατα Ελληνικά πρότυπα, δηλαδή τη λυρική, την επική και τη δραματική. Η λυρική πρέπει να νοηθεί με μια πιο ευρεία έννοια ώστε να περιλαμβάνει όλες τις καταστάσεις που περιέχουν έκσταση. Είναι αυτή που βρίσκεται μακρύτερα από τη λογική και πιο κοντά στη μουσική και στο χορό. Είναι η γλώσσα της μυστικιστικής ενατένισης, των χρησμών και της μαγείας. Η παντελής εγκατάλειψη του λόγου είναι εμφανής στη γλώσσα των ιερέων και των χρησμών, όπως και η τάση προς τη μανιακή υπερβολή.
Η ποίηση έχει άμεση σχέση και με το μύθο μιας και ο μύθος είναι ο κατάλληλος φορέας για τη σχέση του πρωτόγονου με τον κόσμο.
Στις πλαστικές τέχνες. Το έργο τέχνης είχε τη θέση του στις τελετουργίες, μ' αυτή την έννοια βρίσκουμε στοιχεία του παιχνιδιού. Κτίρια, αγάλματα, ενδύματα, όπλα ωραία διακοσμημένα, μπορούσαν όλα να ανήκουν στον θρησκευτικό κόσμο. Η λέξη άγαλμα παράγεται από την έννοια της αγαλλίασης και της χαράς. Αρχικά το ουσιαστικό σήμαινε ένα κόσμημα, ένα αντικείμενο για επίδειξη, ένα πολύτιμο αντικείμενο, κάτι που δίνει χαρά.
Το πνεύμα της παιγνιώδους άμιλλας είναι παλαιότερο από τον πολιτισμό και εμποτίζει ολόκληρη τη ζωή. Για τον Χουϊζίνγκα ο πολιτισμός στις αρχικές του φάσεις, παίζεται. Δεν γεννιέται από το παιχνίδι σαν ένα βρέφος που αποσπάται από τη μήτρα. Γεννιέται στο και από το παιχνίδι και ουδέποτε εγκαταλείπει το χώρο του παιχνιδιού. Η Ρωμαϊκή κοινωνία μοιάζει να έχει πολύ λιγότερα χαρακτηριστικά παιχνιδιού απ' ότι η Ελληνική. Η ουσία της λατινικής αρχαιότητας μπορεί να συνοψισθεί σε ιδιότητες όπως η νηφαλιότητα, η τιμιότητα, η λιτότητα, η πρακτική αντίληψη μιας οικονομικής και νομικής τάξης, η αδύναμη φαντασία, η ακαλαίσθητη δεισιδαιμονία. Οι απλοϊκές, αγροτικές μορφές λατρείας έχουν την οσμή του αγρού και της φωτιάς της εστίας. Το έντονο ενδιαφέρον για το κράτος έχει όλα τα χαρακτηριστικά της λατρείας των θεοτήτων του οίκου, της λατρείας του genius(του επιχωριάζοντος πνεύματος).
Παρ' όλα αυτά το στοιχείο του παιχνιδιού στο Ρωμαϊκό κράτος εκφράζεται καθαρά στην κραυγή που ζητούσε panem et circences, άρτο και θεάματα. Η Ρωμαϊκή κοινωνία δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς αγώνες. Ήταν απαραίτητοι για την ύπαρξή τους όσο και το ψωμί, διότι ήταν αγώνες ιεροί και το δικαίωμα του λαού σ' αυτούς ήταν ιερό. Στο Βυζάντιο συνεχίζεται το ίδιο, με τον Ιππόδρομο και τα κόμματα του ιπποδρόμου.
Όπως και οι χορηγίες στην αρχαία Αθήνα, η αρχαία τέρψη του να δίνει κανείς ήταν πιο συγγενής προς το δημόσιο χρέος παρά προς την Χριστιανική ελεημοσύνη. Κυρίως όμως ήταν για τη δόξα, την επίδειξη πλούτου και δύναμης ή και περιφρόνησης προς τα υλικά αγαθά, σε αντιπαράθεση με διάφορους ανταγωνιστές.
Το πνεύμα της Αναγέννησης είναι παιγνιώδες. Η προσπάθεια για την ομορφιά και την ευγένεια της μορφής είναι παράδειγμα πολιτισμού που παίζει με ένα εξιδανικευμένο παρελθόν. Οι ουμανιστές διαμόρφωσαν ένα μοντέλο ζωής πάνω στα χνάρια μιας φανταστικής αρχαιότητας. Ο Rabelais είναι το πνεύμα του παιχνιδιού ενσαρκωμένο.
Το μπαρόκ τον 17ο αιώνα, έχει την τάση της υπερβολής σε όλους τους τομείς. Η ζωγραφική, η ποίηση, η λογοτεχνία, ακόμη και η πολιτική και η θεολογία έχουν εικόνες συνειδητής υπερβολής, κάποιου πράγματος υπερβολικού, τρομακτικού, κολοσσιαίου, μη πραγματικού. Οι μορφές μπαρόκ είναι καλλιτεχνικές μορφές, με την πληρέστερη σημασία της λέξης.
Η γενική τάση της υπερβολής μπορεί να εξηγηθεί στο παιγνιώδες περιεχόμενο της δημιουργικής ενόρασης. Το στοιχείο του παιγνιδιού σε εκπληκτικό βαθμό. Οι ανδρικοί τύποι ενδυμασίας τείνουν να παρεκλίνουν ολοένα και περισσότερο από το απλό, το φυσικό και το πρακτικό, έως ότου φθάνουν στο έσχατο σημείο της παραμόρφωσης. Το γιλέκο έγινε τόσο κοντό ώστε έφθανε μέχρι τις μασχάλες. Το πουκάμισο φουσκώνει ανάμεσα στο τέλος του γιλέκου και την αρχή του παντελονιού και το ίδιο το παντελόνι έχει γίνει υπερβολικά κοντό και φαρδύ. Και όλα αυτά γεμάτα φιόγκους, κορδέλες και δαντέλα ακόμη και γύρω από τα γόνατα. Η περούκα άλλο παρόμοιο αξεσουάρ. Χρησίμευε να απομονώνεται το πρόσωπο, να του δίνει ένα απατηλά αριστοκρατικό παρουσιαστικό, να το εξυψώνει σε μια ανώτερη εξουσία. Από μια αρχική απιμίμηση της φύσης που ξεκίνησε, έγινε καθαρά διακοσμητική.
Η Γαλλική επανάσταση σήμανε σαν νεκρώσιμη καμπάνα για την περούκα, χωρίς να δώσει απότομο τέλος στην ύπαρξή της όπως και το διακοσμητικό στυλ του μπαρόκ.
Η επόμενη περίοδος είναι του ροκοκό, τον 18ο αιώνα. Έχει επίσης έντονο το στοιχείο του παιχνιδιού.
Μετά το ροκοκό η περίοδος του νεοκλασικισμού και του αναδυόμενου ρομαντισμού ξυπνά μελαγχολικά οράματα, εικόνες βαρυθυμίας, αδιαπέραστης θλίψης και δακρύβρεχτης σοβαρότητας, που θα λέγαμε ότι απέκλειαν κάθε δυνατότητα παιχνιδιού. Ο ρομαντισμός έχει πολλά πρόσωπα όσες και φωνές. Θα μπορούσαμε να τον περιγράψουμε ως τάση να μετατοπισθεί ολόκληρος ο συναισθηματικός και αισθητικός βίος προς ένα εξιδανικευμένο παρελθόν, όπου τα πάντα είναι θαμπά, αδιάρθρωτα, φορτισμένα με μυστήριο και τρόμο. Η σκιαγράφηση ενός τέτοιου ιδεατού χώρου είναι από μόνη της διαδικασία παιγνιδιού. Μπορούμε να δούμε τον ρομαντισμό να γεννιέται στο παιγνίδι ως φιλολογικό και ιστορικό γεγονός.
Ο 19ος αιώνας άφησε ελάχιστα περιθώρια για παιγνίδι. Εισβάλει ο ωφελιμισμός, η πεζή αποδοτικότητα και το αστικό ιδεώδες της κοινωνικής ευημερίας. Με τη βιομηχανική επανάσταση και τις τεχνολογικές κατακτήσεις, οι τάσεις αυτές έγιναν πιο έντονες. Η εργασία και η παραγωγή έγιναν το ιδεώδες της εποχής. Όλη η Ευρώπη φόρεσε τη φόρμα του τεχνίτη. Στο εξής τα κυρίαρχα στοιχεία του πολιτισμού έγιναν η κοινωνική συνείδηση, οι εκπαιδευτικές φιλοδοξίες και η επιστημονική ευθυκρισία.
Μετά τη Γαλλική Επανάσταση εξαφανίσθηκε κάθε επινοητικό, φανταχτερό, εκκεντρικό στοιχείο και από την ανδρική ενδυμασία. Τα μακριά παντελόνια, μέχρι τότε τυπικό ρούχο χωρικών, ψαράδων και ναυτικών, γίνονται ξαφνικά μόδα για τους αξιοπρεπείς ανθρώπους, μαζί με μια ακαταστασία της κόμης που εξέφραζε το πάθος της Επανάστασης.
Ο πολιτισμός προϋποθέτει τον περιορισμό και τον έλεγχο του εγώ, την ικανότητα να μην συγχέει τις δικές του επιδιώξεις με τον απώτατο στόχο αλλά να κατανοεί ότι περικλείεται σε ορισμένα δεσμά τα οποία ελεύθερα αποδέχεται. Ο πολιτισμός θα παίζεται πάντα με κανόνες. Και θα απαιτεί τίμιο παιγνίδι.
Η απουσία του πνεύματος του παιχνιδιού καθιστά τον πολιτισμό αδύνατο.
Στη θέση του παλιού ρητού “τα πάντα ματαιότης”, μπορούμε να δεχθούμε ότι “το παν είναι παιγνίδι”.
1. Γιόχαν Χουϊζίνγκα: Homo Ludens, Ο Άνθρωπος και το Παιγνίδι, μτφρ. Στέφανος Ροζάνης και Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Γνώση.
hf- Επισκέπτης
Σοφία, μελαγχολία κι ελπίδα στο τέλος ενός κόσμου
Από danger.few!!!
Το επίσημο blog των happyfew
«Κάθε εποχή αποβλέπει σ’ ένα καλύτερο κόσμο. Όσο πιο ζοφερό και μπερδεμένο είναι το παρόν, τόσο βαθύτερος είναι αυτός ο πόθος. Στο φθινόπωρο του Μεσαίωνα η ζωή κατακλύστηκε από μια σκοτεινή μελαγχολία. Η χαρά της ζωής κι η θαρραλέα εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του ανθρώπου, που αντηχούν σε ολόκληρη την περίοδο της Αναγέννησης, μετά βίας ακούγονται στην Βουργουνδία του 15ου αιώνα. Άραγε αυτό σημαίνει πως εκείνη η εποχή ήταν πιο δυστυχισμένη από άλλες; Αυτό συνηθίζουμε να πιστεύουμε. Σε όσα μας μεταφέρει η παράδοση εκείνης της εποχής, από τις μαρτυρίες των χρονογράφων και τους ποιητές έως τα εκκλησιαστικά κηρύγματα, τα θρησκευτικά εγχειρίδια και τις επίσημες πηγές, δεν βρίσκουμε παρά μίσος, έριδες, εγκλήματα, απληστία, βαρβαρότητα και μαύρη δυστυχία. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς αν η ζωή εκδηλωνόταν μόνο στην άγρια χαρά της έπαρσης, της σκληρότητας και της ασωτείας, Υπήρχε πουθενά χώρος για την απλή χαρά της ζωής; […]
Είναι αλήθεια, πως κάθε εποχή αφήνει περισσότερα ίχνη από τις συμφορές της παρά από τις χαρές της. Οι δοκιμασίες είναι το υλικό της ιστορίας. Υπάρχει βέβαια και η παράλογη ιδέα, που λέει πως το ποσό χαράς και ειρήνης στην ανθρώπινη ζωή είναι τελικά το ίδιο σε όλες τις εποχές. Κι είναι αλήθεια πως η χαρά του Μεσαίωνα εξακολουθούσε κάπως να αντηχεί και τώρα, στο φθινόπωρό του: επιβίωνε μέσα στο δημοτικό τραγούδι, στην μουσική, σε πίνακες που απεικόνιζαν όμορφα κι ειρηνικά τοπία ή γαλήνια πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το 15ο αιώνα δεν ήταν του συρμού, ούτε και θεωρούνταν πρέπον μπορούμε να πούμε, να εγκωμιάζεται η ζωή. Το πρέπον ήταν να μιλάει κανείς μόνο για τα βάσανα και την απελπισία. […]
Αξίζει πράγματι να σημειώσουμε, ότι εκείνη την εποχή η λέξη μελαγχολικός άρχισε να παίρνει μια νέα σημασία, στην οποία η θλίψη συνδυαζόταν με τη στοχαστική βαθύτητα, λες και σοβαρή πνευματική δουλειά δεν μπορεί να υπάρξει δίχως ψυχική μαυρίλα. […]
Ποιοι ήταν εκείνοι που, μέσα στο φθινόπωρο του Μεσαίωνα, μιλούσαν για την εποχή τους γεμάτοι ελπίδα; Δεν ήταν ούτε οι ποιητές, ούτε οι θεολόγοι, ούτε οι κρατικοί αξιωματούχοι και οι αυλικοί, αλλά οι λόγιοι και οι ουμανιστές. Η παλλόμενη αίσθηση ότι ξαναβρήκαν την αρχαία σοφία, ήταν αυτή που τους έκανε να μιλούν με χαρά για την εποχή τους. Επρόκειτο για ένα θρίαμβο στο πεδίο της διάνοιας, της σκέψης. Τα ενθουσιώδη λόγια τους εξέφραζαν περισσότερο τον ενθουσιασμό του λόγιου παρά του ανθρώπου. Στις αρχές του 16 αιώνα αφθονούν τα εγκώμια προς το μεγαλείο των καιρών∙ όμως −και εδώ, είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικές οι επιστολές που έγραψε ο Έρασμος γύρω στο 1517− αφορούν σχεδόν αποκλειστικά την αναγέννηση του πνεύματος και δεν είναι διθυραμβικές εκφράσεις μιας χαράς της ζωής με την ευρύτερή της έννοια.»
Johan Huizinga, Το Φθινόπωρο του Μεσαίωνα (1919)
----
Σημ. του H.S. Νομίζω πως, τηρουμένων των αναλογιών και της διαφοράς όρων, κάτι μπορούν να μας πουν αυτά για το σήμερα. Αν η αναγέννηση ξεκινάει από μια αναγέννηση του πνεύματος, πού έχει άραγε να στραφεί η εποχή μας αναζητώντας την; Το χαρακτικό του Ντύρερ, που φιλοτέχνησε τρία χρόνια πριν τις επιστολές του Έρασμου, φαίνεται να αποτυπώνει εκείνη τη «νέα» σύνδεση μεταξύ μελαγχολίας και σοφίας, που αναφέρει ο Χουιζίνγκα. Ταυτόχρονα, ωστόσο, μου φαίνεται σαν ν’ αποτυπώνει, πιο ειδικά, τη μελαγχολία των «νέων χρόνων», τη δική μας κατά κάποιον τρόπο μελαγχολία: εργαλεία, αριθμοί και μια κλεψύδρα που μετράει την τρεχάλα του χρόνου, είναι αυτά που περιτριγυρίζουν τη σκεπτόμενη, μελαγχολική ψυχή.
Update: Ουπς! Παραλίγο να το ξεχάσω!
Σήμερα, 21/11, ώρα 5 με 7, ζωντανά η 3η εκπομπή
με τον Χολοσκάει, προσκεκλημένο των City Travellers, στο διαδικτυακό
στο beton7artradio.gr
ακούτε στο beton7artradio.gr επιλέγοντας player
Το επίσημο blog των happyfew
«Κάθε εποχή αποβλέπει σ’ ένα καλύτερο κόσμο. Όσο πιο ζοφερό και μπερδεμένο είναι το παρόν, τόσο βαθύτερος είναι αυτός ο πόθος. Στο φθινόπωρο του Μεσαίωνα η ζωή κατακλύστηκε από μια σκοτεινή μελαγχολία. Η χαρά της ζωής κι η θαρραλέα εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του ανθρώπου, που αντηχούν σε ολόκληρη την περίοδο της Αναγέννησης, μετά βίας ακούγονται στην Βουργουνδία του 15ου αιώνα. Άραγε αυτό σημαίνει πως εκείνη η εποχή ήταν πιο δυστυχισμένη από άλλες; Αυτό συνηθίζουμε να πιστεύουμε. Σε όσα μας μεταφέρει η παράδοση εκείνης της εποχής, από τις μαρτυρίες των χρονογράφων και τους ποιητές έως τα εκκλησιαστικά κηρύγματα, τα θρησκευτικά εγχειρίδια και τις επίσημες πηγές, δεν βρίσκουμε παρά μίσος, έριδες, εγκλήματα, απληστία, βαρβαρότητα και μαύρη δυστυχία. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς αν η ζωή εκδηλωνόταν μόνο στην άγρια χαρά της έπαρσης, της σκληρότητας και της ασωτείας, Υπήρχε πουθενά χώρος για την απλή χαρά της ζωής; […]
Είναι αλήθεια, πως κάθε εποχή αφήνει περισσότερα ίχνη από τις συμφορές της παρά από τις χαρές της. Οι δοκιμασίες είναι το υλικό της ιστορίας. Υπάρχει βέβαια και η παράλογη ιδέα, που λέει πως το ποσό χαράς και ειρήνης στην ανθρώπινη ζωή είναι τελικά το ίδιο σε όλες τις εποχές. Κι είναι αλήθεια πως η χαρά του Μεσαίωνα εξακολουθούσε κάπως να αντηχεί και τώρα, στο φθινόπωρό του: επιβίωνε μέσα στο δημοτικό τραγούδι, στην μουσική, σε πίνακες που απεικόνιζαν όμορφα κι ειρηνικά τοπία ή γαλήνια πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το 15ο αιώνα δεν ήταν του συρμού, ούτε και θεωρούνταν πρέπον μπορούμε να πούμε, να εγκωμιάζεται η ζωή. Το πρέπον ήταν να μιλάει κανείς μόνο για τα βάσανα και την απελπισία. […]
Αξίζει πράγματι να σημειώσουμε, ότι εκείνη την εποχή η λέξη μελαγχολικός άρχισε να παίρνει μια νέα σημασία, στην οποία η θλίψη συνδυαζόταν με τη στοχαστική βαθύτητα, λες και σοβαρή πνευματική δουλειά δεν μπορεί να υπάρξει δίχως ψυχική μαυρίλα. […]
Ποιοι ήταν εκείνοι που, μέσα στο φθινόπωρο του Μεσαίωνα, μιλούσαν για την εποχή τους γεμάτοι ελπίδα; Δεν ήταν ούτε οι ποιητές, ούτε οι θεολόγοι, ούτε οι κρατικοί αξιωματούχοι και οι αυλικοί, αλλά οι λόγιοι και οι ουμανιστές. Η παλλόμενη αίσθηση ότι ξαναβρήκαν την αρχαία σοφία, ήταν αυτή που τους έκανε να μιλούν με χαρά για την εποχή τους. Επρόκειτο για ένα θρίαμβο στο πεδίο της διάνοιας, της σκέψης. Τα ενθουσιώδη λόγια τους εξέφραζαν περισσότερο τον ενθουσιασμό του λόγιου παρά του ανθρώπου. Στις αρχές του 16 αιώνα αφθονούν τα εγκώμια προς το μεγαλείο των καιρών∙ όμως −και εδώ, είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικές οι επιστολές που έγραψε ο Έρασμος γύρω στο 1517− αφορούν σχεδόν αποκλειστικά την αναγέννηση του πνεύματος και δεν είναι διθυραμβικές εκφράσεις μιας χαράς της ζωής με την ευρύτερή της έννοια.»
Johan Huizinga, Το Φθινόπωρο του Μεσαίωνα (1919)
----
Σημ. του H.S. Νομίζω πως, τηρουμένων των αναλογιών και της διαφοράς όρων, κάτι μπορούν να μας πουν αυτά για το σήμερα. Αν η αναγέννηση ξεκινάει από μια αναγέννηση του πνεύματος, πού έχει άραγε να στραφεί η εποχή μας αναζητώντας την; Το χαρακτικό του Ντύρερ, που φιλοτέχνησε τρία χρόνια πριν τις επιστολές του Έρασμου, φαίνεται να αποτυπώνει εκείνη τη «νέα» σύνδεση μεταξύ μελαγχολίας και σοφίας, που αναφέρει ο Χουιζίνγκα. Ταυτόχρονα, ωστόσο, μου φαίνεται σαν ν’ αποτυπώνει, πιο ειδικά, τη μελαγχολία των «νέων χρόνων», τη δική μας κατά κάποιον τρόπο μελαγχολία: εργαλεία, αριθμοί και μια κλεψύδρα που μετράει την τρεχάλα του χρόνου, είναι αυτά που περιτριγυρίζουν τη σκεπτόμενη, μελαγχολική ψυχή.
Update: Ουπς! Παραλίγο να το ξεχάσω!
Σήμερα, 21/11, ώρα 5 με 7, ζωντανά η 3η εκπομπή
με τον Χολοσκάει, προσκεκλημένο των City Travellers, στο διαδικτυακό
στο beton7artradio.gr
ακούτε στο beton7artradio.gr επιλέγοντας player
hf- Επισκέπτης
Παρόμοια θέματα
» 11η εκπομπή
» Εκπομπή 7.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 05.12.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 16.01.2014, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 30.01.2014, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 7.11.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 05.12.13, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 16.01.2014, 5.00 - 7.00 μ.μ.
» Εκπομπή 30.01.2014, 5.00 - 7.00 μ.μ.
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης